disappointed look - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

disappointed look (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φράση (Expression)

Φωνητική μεταγραφή

/dɪsəˈpɔɪntɪd lʊk/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της φράσης

Η φράση "disappointed look" αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη έκφραση του προσώπου που υποδηλώνει απογοήτευση ή δυσαρέσκεια. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την αντίδραση κάποιου σε μια κατάσταση που δεν πληροί τις προσδοκίες του. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο αλλά είναι επίσης κοινή και στο γραπτό κείμενο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. She wore a disappointed look when she heard the news.
    (Φορούσε ένα απογοητευμένο βλέμμα όταν άκουσε τα νέα.)

  2. His disappointed look spoke volumes about how he felt.
    (Το απογοητευμένο βλέμμα του μιλούσε πολλά για το πώς ένιωθε.)

  3. I could see the disappointed look on her face after the game.
    (Μπορούσα να δω το απογοητευμένο βλέμμα στο πρόσωπό της μετά το παιχνίδι.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "disappointed look" μπορεί να χρησιμοποιηθεί μέσα σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την απογοήτευση.

  1. He gave me a disappointed look, as if I had let him down.
    (Μου έδωσε ένα απογοητευμένο βλέμμα, σαν να τον είχα απογοητεύσει.)

  2. The disappointed look on her face said it all when she didn’t get the job.
    (Το απογοητευμένο βλέμμα στο πρόσωπό της είπε τα πάντα όταν δεν πήρε τη δουλειά.)

  3. After seeing his exam results, he had a disappointed look that lingered for days.
    (Μετά την εμφάνιση των αποτελεσμάτων του εξετάσεων, είχε ένα απογοητευμένο βλέμμα που παρέμενε για μέρες.)

  4. Despite his efforts, the disappointed look from his coach was hard to miss.
    (Παρά τις προσπάθειές του, το απογοητευμένο βλέμμα από τον προπονητή του ήταν δύσκολο να το χάσει κανείς.)

  5. The children wore disappointed looks when they learned the theme park was closed.
    (Τα παιδιά φορούσαν απογοητευμένα βλέμματα όταν έμαθαν ότι το θεματικό πάρκο ήταν κλειστό.)

Ετυμολογία

Η λέξη "disappointed" προέρχεται από το γαλλικό "desappointer", το οποίο σημαίνει "να απογοητεύω". Το "look" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "locc", που σημαίνει "να κοιτάζω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - dejected look (απογοητευμένο βλέμμα) - disheartened expression (αποκαρδιωμένη έκφραση) - crestfallen look (καταρρακωμένο βλέμμα)

Αντώνυμα: - pleased look (ευχαριστημένο βλέμμα) - happy expression (ευτυχισμένη έκφραση) - satisfied look (ικανοποιημένο βλέμμα)



25-07-2024