"Dormy" είναι επίθετο.
/dɔːrmi/
Η λέξη "dormy" χρησιμοποιείται κυρίως στο χώρο του γκολφ και αναφέρεται στην κατάσταση όπου ένας παίκτης είναι μπροστά με δύο «τρυπές» στο παιχνίδι, με την προσδοκία ότι οι υπόλοιποι παίκτες δεν θα μπορέσουν να τον προλάβουν. Είναι συχνά πιο κοινή σε επαγγελματικούς και ερασιτεχνικούς αγώνες γκολφ.
Συχνότητα χρήσης: Η λέξη "dormy" χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε άρθρα και περιγραφές αγώνων γκολφ. Δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη στην καθημερινή ομιλία.
"Έπαιξε τόσο καλά που ήταν dormy πριν το τελευταίο γκολφ."
"In the championship, he reached a dormy lead that put him in a strong position."
Η λέξη "dormy" δεν είναι κοινή σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται αποκλειστικά στο γκολφ. Ωστόσο, μπορεί να εμφανίζεται σε οδηγούς ή συζητήσεις για στρατηγική στο γκολφ.
"Το να είσαι dormy μπορεί να αλλάξει τη νοοτροπία σου πριν από τα τελευταία γκολφ."
"He stayed calm even when he was dormy, knowing he just had to play safe."
"Έμεινε ήρεμος, ακόμη και όταν ήταν dormy, γνωρίζοντας ότι έπρεπε απλώς να παίξει με ασφάλεια."
"A dormy situation often leads to more tactical play."
Η λέξη "dormy" προέρχεται από την αργκό των παικτών γκολφ. Πιθανώς προέρχεται από τη λέξη "dormitory", σημαίνοντας ότι η κατάσταση είναι «εγκατεστημένη» ή «βρίσκεται σε θέση αναμονής».
Συνώνυμα: - Αν και "dormy" είναι εξειδικευμένος όρος, λέξεις όπως "leading" (ηγετικός) και "ahead" (μπροστά) μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε γενικότερο πλαίσιο.
Αντώνυμα: - "Behind" (πίσω) και "losing" (χαμένος).
Η λέξη "dormy" είναι ένα λίγο πιο εξειδικευμένο όρο, έτσι δεν έχει τόσες πολλές παραλλαγές στην καθημερινή χρήση εκτός του γκολφ.