dosing apparatus: Ουσιαστικό (noun)
/ˈdoʊsɪŋ əˈpærətəs/
Το "dosing apparatus" αναφέρεται σε ένα εργαλείο ή συσκευή που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση και την παροχή συγκεκριμένων ποσοτήτων υγρών ή στερεών υλικών, συνήθως για φαρμακευτικούς ή χημικούς σκοπούς. Χρησιμοποιείται ευρέως στη φαρμακευτική και χημική βιομηχανία, καθώς και σε εργαστήρια. Η συχνότητα χρήσης του είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επαγγελματικά και τεχνικά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.
Η δοσομετρική συσκευή είναι απαραίτητη για ακριβείς μετρήσεις στο εργαστήριο.
He calibrated the dosing apparatus before starting the experiment.
Ρύθμισε τη δοσομετρική συσκευή πριν ξεκινήσει το πείραμα.
Using a reliable dosing apparatus ensures the safety of the chemicals.
Το "dosing apparatus" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σχετικές τεχνικές φράσεις:
"Όταν πρόκειται για ακρίβεια, η δοσομετρική συσκευή είναι ο καλύτερος φίλος μας."
"In industrial settings, a malfunctioning dosing apparatus can lead to serious consequences."
"Σε βιομηχανικά περιβάλλοντα, μια ελαττωματική δοσομετρική συσκευή μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες."
"Upgrading the dosing apparatus increased the efficiency of the production line."
"Η αναβάθμιση της δοσομετρικής συσκευής αύξησε την αποδοτικότητα της γραμμής παραγωγής."
"Regular maintenance of the dosing apparatus helps to avoid calibration errors."
Η λέξη "dosing" προέρχεται από το βρετανικό "dose", που σημαίνει τη μέτρηση ή την παροχή ενός συγκεκριμένου ποσού, ενώ το "apparatus" προέρχεται από τη λατινική λέξη "apparatus" που σημαίνει "προετοιμασία" ή "εξοπλισμός".
Συνώνυμα: - Dosing device - Dosing system
Αντώνυμα: - Measurement absence - Dosage negligence
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τον όρο "dosing apparatus".