Η φράση "double coconut" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˈdʌbəl ˈkoʊkəˌnʌt/
Το "double coconut" αναφέρεται σε έναν τύπο καρύδας που έχει σχήμα διπλού καρπού, γνωστός και ως "Lodoicea maldivica". Αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους σπόρους στον κόσμο και είναι ενδημικός στις Σεϋχέλλες. Χρησιμοποιείται στις τροπικές περιοχές για την παραγωγή λαδιού και σε μερικές περιοχές χρησιμοποιείται και για διακοσμητικούς σκοπούς.
Η λέξη χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό λόγο, όπως σε επιστημονικά κείμενα ή σε οργανωμένες πληροφορίες σχετικά με την φυτολογία. Δεν είναι πολύ συνηθισμένη στην καθημερινή ομιλία.
Το δέντρο του διπλού καρυδιού μπορεί να φτάσει τα 30 μέτρα ύψος.
The fruit of the double coconut is highly prized for its size and rarity.
Ο καρπός του διπλού καρυδιού εκτιμάται πολύ για το μέγεθος και τη σπανιότητά του.
Tourists often seek to see the double coconut in its natural habitat.
Το "double coconut" δεν είναι ιδιαίτερα συχνό σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να συνδεθεί με φράσεις που περιγράφουν κάτι σπάνιο ή εξαιρετικά μεγάλο.
Πάντα κάνει τα πράγματα να ακούγονται μεγαλύτερα από ό,τι είναι στην πραγματικότητα.
"As rare as a double coconut"
Η λέξη "coconut" προέρχεται από το παλιό ισπανικό "coco", που σημαίνει "κεφάλι" ή "πρόσωπο", αναφερόμενη στην εμφάνιση της καρύδας που μοιάζει με πρόσωπο. Το "double" προέρχεται από το λατινικό "duplus", που σημαίνει "διπλός".
Η φράση "double coconut" χρησιμοποιείται κυρίως σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα και δεν είναι ευρέως διαδεδομένη στην καθημερινή χρήση, περιοριζόμενη σε επιστημονικά ή εξειδικευμένα κείμενα.