Νoun (ουσιαστικό)
/dʌbəl poʊl mæst/
Ο όρος "double-pole mast" αναφέρεται σε μια κατασκευή, συνήθως χρησιμοποιούμενη σε δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, η οποία περιλαμβάνει δύο πόλους που υποστηρίζουν μια μορφή του ιστού. Οι διπλοί πόλοι συχνά χρησιμοποιούνται για την αυξημένη σταθερότητα και την υποστήριξη φορτίων.
Στη γλώσσα Αγγλικά, η χρήση του "double-pole mast" είναι σχετικά τεχνική και συναντάται κυρίως σε πλαίσια που σχετίζονται με τη μηχανική, τις μηχανές, τις τηλεπικοινωνίες και την ηλεκτρική ενέργεια. Η συχνότητα χρήσης του είναι υψηλότερη σε γραπτές τεχνικές αναφορές παρά στον προφορικό λόγο.
The engineer recommended installing a double-pole mast for better stability on the transmission line.
Ο μηχανικός πρότεινε την εγκατάσταση ενός διπλού πόλου για καλύτερη σταθερότητα στη γραμμή μεταφοράς.
The double-pole mast is essential for supporting heavy communication equipment.
Ο διπλός πόλος είναι απαραίτητος για την υποστήριξη βαρείων συσκευών επικοινωνίας.
We need to replace the old double-pole mast with a new one to ensure safety.
Πρέπει να αντικαταστήσουμε τον παλιό διπλό πόλο με έναν νέο για να διασφαλίσουμε την ασφάλεια.
Ο όρος "double-pole mast" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, καθώς είναι πολύ τεχνικός. Ωστόσο, η έννοιά του μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να περιγράψει καταστάσεις ή συνθήκες.
The double-pole mast holds everything together during the storm.
Ο διπλός πόλος κρατάει τα πάντα σταθερά κατά τη διάρκεια της καταιγίδας.
Without a reliable double-pole mast, the system could collapse.
Χωρίς έναν αξιόπιστο διπλό πόλο, το σύστημα θα μπορούσε να καταρρεύσει.
They reinforced the structure with a double-pole mast to withstand strong winds.
Ενίσχυσαν τη δομή με έναν διπλό πόλο για να αντέξει ισχυρούς ανέμους.
A double-pole mast can sometimes provide the support needed in challenging environments.
Ένας διπλός πόλος μπορεί μερικές φορές να παρέχει την υποστήριξη που χρειάζεται σε αντίξοες συνθήκες.
Η λέξη "mast" προέρχεται από τη μέση αγγλική λέξη "maste" και την αρχαία γερμανική "mast", που σημαίνει ιστός ή πόλος. Ο όρος "double-pole" υποδηλώνει την ύπαρξη δύο πόλων, από το "double" (διπλός) και "pole" (πόλος).
Συνώνυμα: - Twin-pole mast - Dual pole structure - Double support mast
Αντώνυμα:
- Single pole mast
- Monopole structure
- Simple pole