Φράση/Όρος
/dʌbli wɛlˈɔrdərd sɛt/
Ένα doubly well-ordered set είναι μια μαθηματική έννοια που αναφέρεται σε ένα σύνολο που έχει δύο διαφορετικές μεθόδους παραγγελίας (ordinals) που ικανοποιούν τις προϋποθέσεις της παραγγελίας, δηλαδή κάθε δυαδική σχέση εντός του συνόλου είναι καλά καθορισμένη και πλήρης. Χρησιμοποιείται κυρίως στη θεωρία συνόλων και τη μαθηματική λογική.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Αυτός ο όρος είναι περισσότερο συχνά συναντάται σε γραπτά μαθηματικών και θεωρητικής πληροφορικής παρά σε προφορικό λόγο.
A doubly well-ordered set can be quite useful in advanced mathematical theories.
Ένα διπλώς καλά παραγγελμένο σύνολο μπορεί να είναι πολύ χρήσιμο σε προχωρημένες μαθηματικές θεωρίες.
In the study of order types, understanding a doubly well-ordered set is crucial.
Στη μελέτη των τύπων παραγγελίας, η κατανόηση ενός διπλώς καλά παραγγελμένου συνόλου είναι κρίσιμη.
Many properties of a doubly well-ordered set help in the classification of various mathematical structures.
Πολλές ιδιότητες ενός διπλώς καλά παραγγελμένου συνόλου βοηθούν στην κατηγοριοποίηση διαφόρων μαθηματικών δομών.
Η φράση doubly well-ordered set δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, δεδομένου ότι αναφέρεται σε έναν τεχνικό μαθηματικό όρο. Επομένως, οι πιθανές ιδιωματικές εκφράσεις δεν είναι διαθέσιμες. Ωστόσο, μπορεί να αναφέρεται σε ενότητες ή σε ειδικές μαθηματικές θεωρίες που σχετίζονται με την παραγγελία.
Αν και δεν υπάρχουν ιδιωματικές εκφράσεις με τη φράση, μπορεί να είναι χρήσιμο να γνωρίζετε πώς οι μαθηματικές έννοιες επικοινωνούνται:
When discussing structures, a well-ordered set is often a precursor to understanding a doubly well-ordered set. Όταν συζητάμε δομές, ένα καλά παραγγελμένο σύνολο είναι συχνά πρόδρομος ώστε να κατανοήσουμε ένα διπλώς καλά παραγγελμένο σύνολο.
In various branches of mathematics, the properties of well-ordered sets lead to insights on doubly well-ordered sets. Σε διάφορους τομείς των μαθηματικών, οι ιδιότητες των καλά παραγγελμένων συνόλων οδηγούν σε γνώσεις για τα διπλώς καλά παραγγελμένα σύνολα.
Η φράση doubly well-ordered set συνδυάζει την αγγλική λέξη "doubly" (διπλά) με τις λέξεις "well-ordered set" (καλά παραγγελμένο σύνολο). Η έννοια προέρχεται από την θεωρία συνόλων και τις παραγγελίες στα μαθηματικά.
Συνώνυμα: - Well-ordered set (καλά παραγγελμένο σύνολο) - Ordered set (παραγγελμένο σύνολο)
Αντώνυμα: - Disordered set (μη παραγγελμένο σύνολο) - Unordered set (άτακτο σύνολο)