"Downhole driller" είναι ένα ουσιαστικό φράση.
/ˈdaʊn.hoʊl ˈdrɪl.ər/
Ο όρος "downhole driller" αναφέρεται σε ένα άτομο ή μηχανή που χρησιμοποιείται για να εκτελεί γεωτρήσεις σε βάθος κάτω από την επιφάνεια της γης. Αυτή η διαδικασία είναι συνήθως σχετική με την εξόρυξη πετρελαίου, φυσικού αερίου και άλλων ορυκτών πόρων. Χρησιμοποιείται κυρίως σε επαγγελματικό και βιομηχανικό πλαίσιο, ειδικά στη βιομηχανία εξόρυξης, και η χρήση του είναι συχνή τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό πλαίσιο.
Ο υδραυλικός γεωτρητής κατόρθωσε να φτάσει σε βάθος 3000 μέτρων.
The company hired a skilled downhole driller for their latest oil exploration project.
Η εταιρεία προσέλαβε έναν ικανό γεωτρητή υπογείως για το τελευταίο της έργο εξερεύνησης πετρελαίου.
Safety protocols for the downhole driller are critical to prevent accidents.
Ο όρος "downhole driller" δεν έχει πολλές διεθνείς ιδιωματικές εκφράσεις που να τον περιλαμβάνουν, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένα συμφραζόμενα στη βιομηχανία γεωτρήσεων.
Ο υδραυλικός γεωτρητής συνάντησε ένα πρόβλημα κατά τη διάρκεια της επιχείρησης.
"With the expertise of a downhole driller, they successfully extracted the resources."
Με την εμπειρία ενός γεωτρητή υπογείως, κατάφεραν να εξάγουν τους πόρους.
"The downhole driller's precision is vital for the success of the project."
Ο όρος "downhole" προέρχεται από το "down" (κάτω) και "hole" (τρύπα), υποδεικνύοντας την κατεύθυνση του γεωτρύπανου προς τα κάτω. Ο "driller" προέρχεται από το ρήμα "drill" (τρυπώ), που σημαίνει να δημιουργείς τρύπες ή να γεωτρείς.
Συνώνυμα: - Γεωτρητής - Υδραυλικός γεωτρητής
Αντώνυμα: - Αποδότης - Επιφανειακός γεωτρητής (σε σχέση με γεωτρήσεις που γίνονται σε μικρότερα βάθη)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα για τον όρο "downhole driller" και τη χρήση του στην αγγλική γλώσσα.