Ουσιαστικό
/draft/
Το "draft" στα αγγλικά μπορεί να αναφέρεται σε διάφορα πράγματα: 1. Ένα προσχέδιο κειμένου. 2. Μια δράση όταν κάποιος τραβάει αέρα ή νερό, όπως στο παραδειγματικό αθλητικό γεγονός του ναυτιλιακού είδους. 3. Ένας συγκεκριμένος τύπος μετρητή στη μηχανική.
Το "draft" χρησιμοποιείται σχετικά συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ανάλογα με το πλαίσιο.
Παραδείγματα φράσεων με τη χρήση της λέξης "draft" στα αγγλικά: 1. Please review the draft and provide feedback. (Παρακαλώ ελέγξτε το προσχέδιο και δώστε ανατροφοδότηση.) 2. The ship was moving smoothly in the draft. (Το πλοίο κινούταν ομαλά στο ρεύμα.) 3. The engineer carefully examined the draft of the machine. (Ο μηχανικός εξέτασε προσεκτικά το σχέδιο της μηχανής.)
Η λέξη "draft" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα αγγλικά. Ορισμένα παραδείγματα περιλαμβάνουν: 1. Military Draft: η υποχρεωτική στρατολόγηση 2. First Draft: το πρώτο προσχέδιο 3. Rough Draft: το αρχικό προσχέδιο 4. To Draft Someone for a Task: να αναθέσει κάποια εργασία σε κάποιον
Παραδείγματα ιδιωματικών εκφράσεων: 1. The government imposed a military draft during the war. (Η κυβέρνηση επέβαλε υποχρεωτική στρατολόγηση κατά τον πόλεμο.) 2. She quickly wrote the first draft of her essay. (Γρήγορα έγραψε το πρώτο προσχέδιο του δοκιμίου της.) 3. Let me see the rough draft before you finalize it. (Άσε με να δω το αρχικό προσχέδιο πριν το οριοθετήσεις.) 4. They drafted him for the challenging project. (Τον ανέθεσαν να αναλάβει το απαιτητικό έργο.)
Η λέξη "draft" προέρχεται από τα μέσα του 16ου αιώνα στα αγγλικά, από το μέσω-γερμανικό "drawght", που σημαίνει "σοβαρή συμβουλή".
Συνώνυμα: sketch, outline, blueprint
Ανώνυμα: final, finish, complete