"Drain-ditch" είναι ένα ουσιαστικό.
/ˈdreɪn dɪtʃ/
Το "drain-ditch" αναφέρεται σε μια τάφρο ή κανάλι που έχει κατασκευαστεί για να αποστραγγίζει νερό από έναν συγκεκριμένο χώρο, συχνά για να αποφεύγεται η συγκέντρωση νερού ή η πλημμύρα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε αγροτικές ή κατασκευαστικές ρυθμίσεις. Η χρήση του είναι πιο κοινή στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο από επαγγελματίες του τομέα ή ανθρώπους που αναφέρονται σε έργα υποδομής.
Οι εργάτες της κατασκευής άνοιξαν μια βαθιά τάφρο αποστράγγισης για να ανακατευθύνουν τα όμβρια ύδατα.
After heavy storms, the drain-ditch was filled with debris and needed cleaning.
Αν και το "drain-ditch" δεν χρησιμοποιείται σε τόσες πολλές σπάνιες ιδιωματικές εκφράσεις, μπορεί να συνδυαστεί σε εκφράσεις σχετικές με την αποστράγγιση και τη διαχείριση του νερού. Ακολουθούν κάποιες προτάσεις που το περιλαμβάνουν:
Αυτός ανέφερε ότι θα εγκαταστήσει μια τάφρο αποστράγγισης για να αποφύγει τις πλημμύρες στην πίσω αυλή.
The city's drainage system includes numerous drain-ditches.
Το σύστημα αποχέτευσης της πόλης περιλαμβάνει πολλές τάφρους αποστράγγισης.
Farmers rely on drain-ditches to manage excess water in their fields.
Η λέξη "drain" προέρχεται από τη μέση Αγγλική λέξη "drain" (αποστραγγίζω) και η λέξη "ditch" προέρχεται από τη μέση Αγγλική λέξη "dic" (τάφρος ή κανάλι). Το "drain-ditch" συνδυάζει και τις δύο έννοιες.
Συνώνυμα: - αποστραγγιστικό κανάλι - τάφρος αποχέτευσης
Αντώνυμα: - πλημμύρα - συγκέντρωση νερού