Το “drifter hammer” αναφέρεται σε ουσιαστικό φράση.
/ˈdrɪftər ˈhæmər/
Ο όρος “drifter hammer” αναφέρεται σε ένα ειδικό τύπο σφυριού που χρησιμοποιείται συχνά σε κατασκευές ή ημερήσιες εργασίες, συνήθως με δυνατότητα μεταφοράς και χρήσης από περιπλανώμενους εργάτες. Αυτά τα σφυριά συχνά είναι σχεδιασμένα ώστε να είναι ελαφριά και κατάλληλα για χρήση σε διάφορες συνθήκες. Η συχνότητα χρήσης του είναι μέτρια και μπορεί να εμφανιστεί περισσότερο σε τεχνικούς ή επαγγελματικούς κύκλους γραπτού λόγου και λιγότερο στον προφορικό λόγο.
Το σφυρί περιπλανώμενου ήταν απαραίτητο για την εργασία επισκευής στη δρόμο.
He always carries a drifter hammer in his toolbox for emergencies.
Πάντα κουβαλά ένα σφυρί περιπλανώμενου στο εργαλειοθήκη του για επείγουσες καταστάσεις.
The construction team utilized the drifter hammer to break the ice.
Η λέξη "drifter hammer" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε κλασικές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συσχετιστεί με κάποιες φράσεις που αναφέρονται σε εργαλεία ή εργασία.
"Με ένα σφυρί περιπλανώμενου στο χέρι, ένιωθε έτοιμος να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε πρόκληση."
"Using a drifter hammer, the skilled worker made quick work of the project."
"Χρησιμοποιώντας ένα σφυρί περιπλανώμενου, ο έμπειρος εργάτης ολοκλήρωσε γρήγορα το έργο."
"A drifter hammer is the go-to tool for any nomadic job."
Ο όρος “drifter” προέρχεται από το αγγλικό ρήμα "drift", που σημαίνει να κινούνται τυχαία ή να περιπλανώνται, και "hammer", που προέρχεται από την παλιά αγγλική λέξη "hamor", που σημαίνει εργαλεία που χτυπούν. Συνδυάζοντας τις έννοιες, η φράση αναφέρεται σε ένα σφυρί που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κάποιον που κινείται ή εργάζεται σε διάφορες τοποθεσίες.
Συνώνυμα: - portable hammer (φορητό σφυρί) - traveling hammer (ταξιδιωτικό σφυρί)
Αντώνυμα: - stationary hammer (στατικό σφυρί) - fixed hammer (σταθερό σφυρί)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τον όρο “drifter hammer” και τη χρήση του στην αγγλική γλώσσα.