drill material - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

drill material (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "drill material" λειτουργεί ως ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/drɪl məˈtɪəriəl/

Επιλογές μετάφρασης στα Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Το "drill material" αναφέρεται σε ένα είδος υλικού που χρησιμοποιείται για τη διάτρηση σε διάφορες εφαρμογές, όπως στην κατασκευή ή τη βιομηχανία. Αυτό το υλικό μπορεί να περιλαμβάνει πλαστικά, ξύλο ή μέταλλο και είναι σημαντικό για τη διαδικασία διάτρησης.

Χρήση στη γλώσσα

Η φράση "drill material" χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικούς και βιομηχανικούς τομείς, καθώς σχετίζεται με εργαλεία και διαδικασίες. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε τεχνικές αναφορές και οδηγίες.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The contractor ordered drill material for the new construction project.
  2. Ο εργολάβος παρήγγειλε υλικό διάτρησης για το νέο κατασκευαστικό έργο.

  3. The quality of the drill material can affect the performance of the drilling process.

  4. Η ποιότητα του υλικού διάτρησης μπορεί να επηρεάσει την απόδοση της διαδικασίας διάτρησης.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "drill" είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές φράσεις στην Αγγλική γλώσσα. Ακολουθούν μερικές εκφράσεις:

  1. "Drill down" - To analyze something in detail.
  2. We need to drill down into our expenses to find where we can save money.
  3. Πρέπει να εμβαθύνουμε στις δαπάνες μας για να βρούμε πού μπορούμε να εξοικονομήσουμε χρήματα.

  4. "Drill into" - To focus on a specific topic or detail.

  5. Let's drill into the marketing strategy during this meeting.
  6. Ας εξετάσουμε σε βάθος τη στρατηγική μάρκετινγκ σε αυτή τη συνάντηση.

  7. "Practice makes perfect" (drilling can refer to repetitive practice).

  8. I have to keep practicing; I believe drilling these concepts will help me ace the exam.
  9. Πρέπει να συνεχίσω να ασκώ; Πιστεύω ότι το εξάσκημα αυτών των εννοιών θα με βοηθήσει να περάσω την εξέταση.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "drill" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "drill" που σημαίνει "να τρυπήσει", ενώ το "material" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "materialis" που σημαίνει "σχετικό με τη ύλη" ή "ουσιώδης".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Τρυπάνι (drilling tool)
- Υλικό διερεύνησης (exploration material)

Αντώνυμα:
- Υλικό συρρίκνωσης (reduction material)
- Υλικό συγκράτησης (retention material)



25-07-2024