"Dry solid matter" είναι μια φράση που περιλαμβάνει τα επίθετα "dry" (ξηρός) και "solid" (στέρεος) που περιγράφουν το ουσιαστικό "matter" (ύλη).
/draɪ ˈsɒlɪd ˈmætə/
Η φράση "dry solid matter" αναφέρεται σε οποιοδήποτε στέρεο υλικό που έχει αφαιρεθεί η υγρασία του. Αυτό μπορεί να είναι μια ποικιλία υλικών, όπως χώμα, φαγητό, ή βιομηχανικά προϊόντα που έχουν υποστεί ξήρανση. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και τεχνικά πλαίσια, όπως η χημεία, η γεωλογία και η τροφική βιομηχανία. Η χρήση της είναι συχνότερη στο γραπτό κείμενο σε επαγγελματικά και ακαδημαϊκά περιβάλλοντα.
"Η ξηρή στέρεη ύλη που σχηματίζεται από την κομποστοποίηση είναι πολύ θρεπτική για τα φυτά."
"Before the experiment, we measured the dry solid matter content of the sample."
Η φράση "dry solid matter" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορούμε να παραθέσουμε παραδείγματα χρήσης της σε επιστημονικά και βιομηχανικά συμφραζόμενα:
"Στην παραγωγή σύγχρονων καυσίμων, η μετατροπή της ξηρής στέρεης ύλης σε ενέργεια είναι ένα ουσιαστικό βήμα."
"The analysis showed that the percentage of dry solid matter in the sample was higher than expected."
"Η ανάλυση έδειξε ότι το ποσοστό της ξηρής στέρεης ύλης στο δείγμα ήταν υψηλότερο από το αναμενόμενο."
"Dry solid matter is crucial for determining the quality of agricultural products."
Η λέξη "dry" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "drȳge", που σημαίνει "χωρίς υγρασία". Η λέξη "solid" προήλθε από τη λατινική λέξη "solidus", που σημαίνει "στερεός", και η λέξη "matter" έχει τις ρίζες της στη λατινική "materia", που αναφέρεται στην ουσία ή το υλικό.
Συνώνυμα: - Dehydrated substance (αφυδατωμένη ουσία) - Solid material (στερεό υλικό)
Αντώνυμα: - Wet substance (υγρή ουσία) - Liquid matter (υγρή ύλη)
Αυτή η πληροφορία παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη φράση "dry solid matter" και τις συσχετίσεις της.