Dunghill-hen είναι ένα ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /ˈdʌŋhɪl hɛn/
Η λέξη "dunghill-hen" μπορεί να αναφέρεται κυριολεκτικά σε ένα κοτόπουλο που ζει κοντά σε σωρούς κοπριάς, υποδηλώνοντας ότι είναι άγριο ή κατώτερης ποιότητας. Μεταφορικά, αναφέρεται σε άτομο που θεωρείται αδέξιο ή χωρίς αξία.
Η συχνότητα χρήσης της συγκεκριμένης λέξης είναι σχετικά χαμηλή στα Αγγλικά, και απαντάται κυρίως σε γραπτό κείμενο ή καθημερινές συνομιλίες με ιστορικό περιεχόμενο ή σε λογοτεχνικά έργα.
Το κοτόπουλο από σωρό κοπριάς περιπλανιόταν ελεύθερα γύρω από την φάρμα.
Some people might see him as a dunghill-hen, but he has great potential.
Η λέξη "dunghill-hen" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο περιγράφει συχνότερα μια κατάσταση ή μια προσωπικότητα.
Μην είσαι σαν κοτόπουλο από σωρό κοπριάς; Έχεις ταλέντα που ούτε καν συνειδητοποιείς.
She felt like a dunghill-hen in the competitive environment of the workplace.
Ένιωθε σαν κοτόπουλο από σωρό κοπριάς στο ανταγωνιστικό περιβάλλον της δουλειάς.
His attitude made him appear as a dunghill-hen among the professionals.
Η λέξη "dunghill-hen" προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων "dunghill" (σωρός κοπριάς) και "hen" (κότα). Ιστορικά, η χρήση της αναφέρεται σε κοτόπουλα που ζουν σε αγροτικές περιοχές γύρω από άχρηστες ή βρώμικες περιοχές.
Συνώνυμα: - Common hen - Undistinguished person
Αντώνυμα: - Golden hen (συναφές με την ευτυχία ή καλή τύχη) - Exceptional person
Αυτή η ανάλυση προσφέρει μια σαφή εικόνα της λέξης "dunghill-hen" και των χρήσεών της στην αγγλική γλώσσα.