dysmenorrhea - ουσιαστικό
/ˌdɪs.məˈnɔːr.i.ə/
Η δυσμηνόρροια αναφέρεται στον επώδυνο έμμηνο κύκλο, συχνά χαρακτηριζόμενη από κράμπες στην κάτω κοιλιά, η οποία μπορεί να συνοδεύεται από άλλες ενοχλητικές συμπτώματα όπως ναυτία, κεφαλαλγία και κόπωση. Είναι μια κοινή κατάσταση που αντιμετωπίζουν πολλές γυναίκες κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης dysmenorrhea είναι σχετικά υψηλή σε ιατρικά και επιστημονικά κείμενα, αλλά λιγότερο συχνή στον καθημερινό προφορικό λόγο. Στα περισσότερα γραπτά πλαίσια, γίνεται αναφορά για να περιγραφούν προβλήματα υγείας που σχετίζονται με αυτές τις συνθήκες.
Πολλές γυναίκες βιώνουν δυσμηνόρροια κατά τη διάρκεια του έμμηνου κύκλου.
Dysmenorrhea can significantly impact a woman's quality of life.
Η δυσμηνόρροια μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ποιότητα ζωής μιας γυναίκας.
Over-the-counter pain relievers are often recommended for treating dysmenorrhea.
Η λέξη dysmenorrhea δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχουν κάποιες φράσεις που σχετίζονται με τον πόνο και τις δυσκολίες κατά τη διάρκεια της περιόδου που την περιλαμβάνουν. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
Το να ζεις με δυσμηνόρροια μπορεί να είναι αρκετά δύσκολο.
Many treatments are available for those suffering from dysmenorrhea.
Πολλές θεραπείες είναι διαθέσιμες για όσους υποφέρουν από δυσμηνόρροια.
Understanding dysmenorrhea can help in managing the symptoms effectively.
Η κατανόηση της δυσμηνόρροιας μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση των συμπτωμάτων αποτελεσματικά.
Women often seek medical advice for severe dysmenorrhea.
Η λέξη dysmenorrhea προέρχεται από τα ελληνικά: "δυσ-" (δύσκολος), "μήν" (μήνας ή έμμηνος κύκλος), και "ρροή" (ροή). Συνεπώς, σημαίνει "δυσαρέσκεια κατά την ροή του μήνα", αναφερόμενη στον πόνο που βιώνεται κατά τη διάρκεια της περιόδου.
Συνώνυμα: - Menstrual cramps - Painful periods
Αντώνυμα: - Eumenorrhea (κανονικός έμμηνος κύκλος χωρίς πόνο) - Amenorrhea (έλλειψη έμμηνης ρύσης)
Αυτή η ανασκόπηση παρέχει πληροφορίες για το dysmenorrhea, την σημασία της στη γλώσσα των Αγγλικών και τις σχετικές χρήσεις της.