Το "eat off" χρησιμοποιείται κυρίως ως ρήμα.
/it ɔf/
Η φράση "eat off" συνήθως αναφέρεται στην ενέργεια του να τρώει κανείς από κάτι, όπως π.χ. ένα πιάτο ή ένα δοχείο. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε ιδιωτικό ή κοινωνικό πλαίσιο για να αναφέρεται σε ανθρώπους που τρώνε ή μοιράζονται ένα γεύμα από μια κοινή πηγή. Στη γλώσσα των Αγγλόφωνων, η φράση μπορεί να έχει και πιο ειδικές χρήσεις σε ιδιωματικές εκφράσεις ή φράσεις.
Η φράση χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό λόγο, συνήθως σε καθημερινές συνομιλίες, και είναι σχετικά κοινή.
I usually eat off my plate at dinner.
(Συνήθως τρώω από το πιάτο μου στο δείπνο.)
They like to eat off the same pizza when they watch a movie.
(Τους αρέσει να τρώνε από την ίδια πίτσα όταν παρακολουθούν ταινία.)
Η φράση "eat off" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Don't eat off someone else's plate; it's rude.
(Μην τρως από το πιάτο κάποιου άλλου; είναι αγενές.)
At the party, everyone ate off the buffet.
(Στο πάρτι, όλοι έτρωγαν από το μπουφέ.)
They always eat off the same table during family gatherings.
(Πάντα τρώνε από το ίδιο τραπέζι κατά τις οικογενειακές συγκεντρώσεις.)
It's fine to eat off the leftovers from the fridge.
(Είναι εντάξει να τρως από τα υπολείμματα από το ψυγείο.)
Η φράση "eat off" προέρχεται από τους λέξεις "eat" (τρώω) και "off", που υποδεικνύει την πρακτική της κατανάλωσης τροφής από κάποιο αντικείμενο ή πηγή.
Συνώνυμα: - dine from - consume from
Αντώνυμα: - starve (πεινάω) - abstain from (αποφεύγω)