Ectopic είναι επίθετο.
/ɛkˈtɒpɪk/
Η λέξη "ectopic" αναφέρεται σε κάτι που βρίσκεται ή αναπτύσσεται σε μη φυσιολογική θέση. Στην ιατρική, συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια εγκυμοσύνη που συμβαίνει εκτός της κανονικής θέσης της μήτρας, συνήθως μέσα σε μια σάλπιγγα. Χρησιμοποιείται σχετικά περισσότερα στον γραπτό λόγο, κυρίως σε ιατρικά ή επιστημονικά κείμενα.
Οι εκτοπικές εγκυμοσύνες μπορεί να είναι απειλητικές για τη ζωή αν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως.
The doctor explained that an ectopic pregnancy requires immediate medical attention.
Ο γιατρός εξήγησε ότι μια εκτοπική εγκυμοσύνη απαιτεί άμεση ιατρική βοήθεια.
In this case, the ectopic tissue was found in the fallopian tube.
Η λέξη "ectopic" χρησιμοποιείται κυρίως σε ιατρικά συμφραζόμενα και δεν έχει ευρέως διαδεδομένες ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να παρατηρηθούν η βοηθητική χρήση της σε εξειδικευμένα ιατρικά κείμενα. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:
Η εκτοπική παραγωγή ορμονών μπορεί να υποδεικνύει σοβαρά προβλήματα υγείας.
An ectopic heart tissue diagnosis may require a thorough examination.
Η διάγνωση εκτοπικού ιστού της καρδιάς μπορεί να απαιτήσει λεπτομερή εξέταση.
Patients with ectopic conditions should consult a specialist.
Η λέξη "ectopic" προέρχεται από το ελληνικό "ektopós", που σημαίνει "εκτός θέσης". Το "ek-" σημαίνει "έξω" και "topos" σημαίνει "θέση".
Out-of-place
Αντώνυμα: