effectivity - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

effectivity (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

effectivity: ουσιαστικό (noun)

Φωνητική Μεταγραφή

/ɪˈfɛktɪvɪti/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "effectivity" αναφέρεται στην ικανότητα ή στο βαθμό στον οποίο κάτι επιτυγχάνει το επιθυμητό αποτέλεσμα ή τον στόχο του. Στην αγγλική γλώσσα, χρησιμοποιείται συχνά σε επαγγελματικά και ακαδημαϊκά πλαίσια, αναφερόμενη σε στρατηγικές, πολιτικές ή διαδικασίες που έχουν σχεδιαστεί για να είναι αποτελεσματικές.

Συχνότητα Χρήσης: Η "effectivity" χρησιμοποιείται πιο συχνά σε γραπτό λόγο, όπως αναφορές ή ερευνητικά έγγραφα, παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα

  1. The effectivity of the new policy will be assessed after six months.
  2. Η αποτελεσματικότητα της νέας πολιτικής θα αξιολογηθεί μετά από έξι μήνες.

  3. Many companies are focusing on the effectivity of their marketing strategies.

  4. Πολλές εταιρείες εστιάζουν στην αποδοτικότητα των στρατηγικών μάρκετινγκ τους.

  5. The researchers concluded that the effectivity of the treatment varied among individuals.

  6. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η αποτελεσματικότητα της θεραπείας διαφέρει μεταξύ των ατόμων.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "effectivity" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά συνδέεται με άλλες έννοιες. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ορισμένες εκφράσεις ή φράσεις που περιλαμβάνουν την έννοια της αποτελεσματικότητας:

  1. Assessing the effectivity of a campaign
  2. Αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας μιας εκστρατείας.

  3. Improving the effectivity of the system

  4. Βελτίωση της αποτελεσματικότητας του συστήματος.

  5. Maximizing effectivity in the workplace

  6. Μέγιστη αποδοτικότητα στον χώρο εργασίας.

  7. Effectivity measures must be in place

  8. Οι μετρήσεις αποτελεσματικότητας πρέπει να εφαρμόζονται.

  9. Effectivity reviews are essential for success

  10. Οι αξιολογήσεις αποτελεσματικότητας είναι απαραίτητες για την επιτυχία.

Ετυμολογία

Η λέξη "effectivity" προέρχεται από τη λέξη "effective", που σημαίνει "αποτελεσματικός", με την προσθήκη του επιθηματικού "ity", το οποίο υποδηλώνει κατάσταση ή ποιότητα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - effectiveness - efficacy - efficiency

Αντώνυμα: - ineffectiveness - inefficiency - ineffectuality



25-07-2024