Επίθετο
/ɪˈfluːviəs/
Η λέξη effluvious χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που εκπορεύεται ή αιμορραγεί από μια πηγή, συνήθως με αρνητική ή αντιαισθητική έννοια. Αναφέρεται γενικά σε μια ευχάριστη ή άσχημη εκπομπή ή ατμόσφαιρα, όπως αυτή οσμών ή αναθυμιάσεων.
Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται πολύ σπάνια στη ζωή των ομιλητών Αγγλικών και είναι περισσότερο σχετική με γραπτό λόγο ή λογοτεχνία παρά με προφορικό λόγο.
Η εκπληκτική οσμή από τα σκουπίδια ήταν ανυπόφορη.
His effluvious stories captivated the audience.
Οι φανταστικές ιστορίες του συγκίνησαν το κοινό.
The garden was filled with the effluvious fragrances of blooming flowers.
Η λέξη effluvious δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να βρείτε συναφή λεκτικά σύνολα σε πιο λογοτεχνική χρήση.
"Στον εκπληκτικό αέρα της νοσταλγίας, οι αναμνήσεις κρέμονται σαν καπνός."
"The artist's paintings have an effluvious quality that draws you in."
"Τα έργα του καλλιτέχνη έχουν μια φανταστική ποιότητα που σας τραβάει κοντά."
"Amidst the effluvious chaos of the city, one can find peace in nature."
Η λέξη "effluvious" προέρχεται από το λατινικό ρήμα effluere, που σημαίνει "να ρέει προς τα έξω" (ex- + fluere, δηλαδή “να ρέει”). Σχετίζεται με το πώς κάτι διαχέεται ή εκπορεύεται.
Συνώνυμα: - fragrant (ευωδιαστός) - aromatic (αρωματικός)
Αντώνυμα: - foul (αηδιαστικός) - unpleasant (δυσάρεστος)