Ο όρος "elementary solution" αποτελείται από δύο λέξεις. Η λέξη "elementary" είναι επίθετο και η λέξη "solution" είναι ουσιαστικό.
Η φράση "elementary solution" αναφέρεται σε μια βασική, απλή ή θεμελιώδη λύση σε κάποιο πρόβλημα, συχνά σε επιστημονικά ή μαθηματικά συμφραζόμενα. Στην αγγλική γλώσσα, χρησιμοποιείται για να περιγράψει λύσεις που είναι ευκολονόητες ή δεν απαιτούν προχωρημένη ανάλυση. Η φράση χρησιμοποιείται σχετικά περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επιστημονικά κείμενα, μολονότι μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό λόγο.
The teacher provided an elementary solution to the math problem.
(Ο δάσκαλος παρέδωσε μια στοιχειώδη λύση στο μαθηματικό πρόβλημα.)
It’s important to understand the elementary solution before moving to complex equations.
(Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τη στοιχειώδη λύση πριν προχωρήσουμε σε σύνθετες εξισώσεις.)
This book explains the elementary solution for many difficult concepts.
(Αυτό το βιβλίο εξηγεί τη στοιχειώδη λύση για πολλές δύσκολες έννοιες.)
Η φράση "elementary solution" δεν είναι συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχουν παρόμοιες εκφράσεις ή φράσεις που χρησιμοποιούν την έννοια της "απλότητας" ή "βασικής κατανόησης".
Finding the elementary solution is the first step in problem-solving.
(Η εύρεση της στοιχειώδους λύσης είναι το πρώτο βήμα στην επίλυση προβλημάτων.)
Once you grasp the elementary solution, advanced topics become easier to tackle.
(Αφού κατανοήσεις τη στοιχειώδη λύση, τα προχωρημένα θέματα γίνονται πιο εύκολα να αντιμετωπιστούν.)
The beauty of mathematics often lies in its elementary solutions.
(Η ομορφιά των μαθηματικών συχνά βρίσκεται στις στοιχειώδεις λύσεις.)