Ουσιαστικό
/ˈɛlɪˌveɪtɪd ˈhaɪˌweɪ/
Ο όρος "elevated highway" αναφέρεται σε έναν αυτοκινητόδρομο που είναι κατασκευασμένος σε ανυψωμένη θέση, συχνά στηριζόμενος σε πυλώνες ή άλλες υποστηρικτικές κατασκευές, προκειμένου να επιτρέπει τη διέλευση οχημάτων πάνω από άλλες οδούς ή περιοχές. Αυτού του είδους οι αυτοκινητόδρομοι είναι κοινώς χρησιμοποιούμενοι σε αστικές περιοχές για να μειώσουν την κυκλοφορία στους δρόμους στο επίπεδο του εδάφους.
Η έκφραση "elevated highway" χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, όπως στις δημοσιεύσεις σχετικά με τη συγκοινωνία και τον αστικό σχεδιασμό. Μετριάζεται σε συχνότητα χρήσης, ανάλογα με την περιοχή και την ανάπτυξη των πόλεων.
"Ο ανυψωμένος αυτοκινητόδρομος προσφέρει μια γρηγορότερη διαδρομή μέσω της πόλης."
"Many commuters prefer using the elevated highway to avoid traffic jams."
"Πολλοί επιβάτες προτιμούν να χρησιμοποιούν τον ανυψωμένο αυτοκινητόδρομο για να αποφύγουν τις κυκλοφοριακές συμφόρες."
"Construction of the elevated highway was completed ahead of schedule."
Ο όρος "elevated highway" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν σχετικές φράσεις που αφορούν τη μετακίνηση και κυκλοφορία:
"Πάρε τον ανυψωμένο αυτοκινητόδρομο για να παρακάμψεις την κυκλοφορία στο κέντρο."
"The elevated highway can be a lifesaver during rush hour."
"Ο ανυψωμένος αυτοκινητόδρομος μπορεί να είναι σωτήρια λύση κατά τις ώρες αιχμής."
"Driving on the elevated highway gives you a unique view of the skyline."
"Η οδήγηση στον ανυψωμένο αυτοκινητόδρομο σου δίνει μια μοναδική θέα της ορίζουσας."
"The design of the elevated highway minimizes noise pollution."
Η λέξη "elevated" προέρχεται από το λατινικό "elevare", που σημαίνει "ανυψώνω", και η λέξη "highway" αποτελείται από τις λέξεις "high" (υψηλός) και "way" (δρόμος).
Συνώνυμα: - Raised highway - Overpass
Αντώνυμα: - Ground level highway - Regular road