embankment - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

embankment (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

embankment - ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

/ɪmˈbæŋk.mənt/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "embankment" αναφέρεται σε μια τεχνητή δομή, συχνά από χώμα ή άλλα υλικά, που κατασκευάζεται για να κρατήσει το νερό ή να παρέχει υποστήριξη σε δρόμους και σιδηρόδρομους. Χρησιμοποιείται ευρέως στο πεδίο της πολιτικής μηχανικής και των κατασκευών.

Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή σε τεχνικά κείμενα, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε καθημερινές συνομιλίες όταν αναφέρεται σε πλημμύρες ή υποδομές. Κατά κανόνα χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The city built an embankment to prevent flooding during the heavy rains.
    Η πόλη κατασκεύασε ένα ανάχωμα για να αποτρέψει τις πλημμύρες κατά τη διάρκεια των έντονων βροχών.

  2. They walked along the embankment, enjoying the view of the river.
    Περπατούσαν κατά μήκος του αναχώματος, απολαμβάνοντας τη θέα του ποταμού.

  3. The embankment helped to stabilize the railway tracks after the landslide.
    Το ανάχωμα βοήθησε στην σταθεροποίηση των αναθυνόμενων σιδηροδρομικών γραμμών μετά την κατολίσθηση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "embankment" δεν είναι άμεσα συνδεδεμένη με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο υπάρχουν κάποιες σχετικές φράσεις που την περιλαμβάνουν.

  1. "Build an embankment" means to create a protective barrier against water.
    "Κατασκευάζω ένα ανάχωμα" σημαίνει να δημιουργώ μια προστατευτική μπάρα κατά του νερού.

  2. "Walk along the embankment" can imply enjoying leisure time near water bodies.
    "Περπατώ κατά μήκος του αναχώματος" μπορεί να υποδηλώνει την διασκέδαση του ελεύθερου χρόνου κοντά σε υδάτινα σώματα.

  3. "The embankment broke" could indicate a failure in flood control measures.
    "Το ανάχωμα έσπασε" μπορεί να υποδηλώνει μια αποτυχία στα μέτρα ελέγχου πλημμυρών.

Ετυμολογία

Η λέξη "embankment" προέρχεται από την μεσαιωνική γαλλική λέξη "enbanquer", που σημαίνει "να στηρίξεις ή να κλείσεις", και αποτελείται από το πρόθεμα "em-" (που σημαίνει "σε" ή "μέσα") και την λέξη "bank" (που αναφέρεται σε όχθη ή υποστήριξη).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - berm - dyke - levee

Αντώνυμα: - degradation - depression - decline



25-07-2024