Engarland είναι ρήμα.
/ɪnˈɡɑːr.lənd/
Η λέξη "engarland" σημαίνει να περιβάλλει ή να κοσμεί κάτι με έναν στεφάνι ή με φύλλα και λουλούδια. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό λόγο, αν και μπορεί να τυχαίνει να χρησιμοποιείται και σε προφορικό πλαίσιο. Δεν είναι ιδιαίτερα συχνή, αλλά συναντάται σε λογοτεχνικά κείμενα ή σε περιγραφές που αφορούν γιορτές ή τελετές.
The artist decided to engarland the entrance with beautiful flowers.
Ο καλλιτέχνης αποφάσισε να περιβάλλει την είσοδο με όμορφα λουλούδια.
They will engarland the bride's hair with delicate vines.
Θα κοσμήσουν τα μαλλιά της νύφης με λεπτές κληματσίδες.
Before the festival, we always engarland the temple with fresh garlands.
Πριν από τη γιορτή, πάντα περιβάλλουμε το ναό με φρέσκα στεφάνια.
Η λέξη "engarland" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να βρεθεί σε ποιητικά ή λογοτεχνικά συμφραζόμενα. Επιπλέον, στοχεύει στο να προσδώσει μια αίσθηση τελετής ή πολυτέλειας, που χρησιμοποιείται σε διάφορες περιπτώσεις.
In spring, nature engarlands itself with vibrant colors.
Το άνοιξη, η φύση περιβάλλεται με ζωντανά χρώματα.
The city engarlanded its streets with lights during the holiday season.
Η πόλη περιέβαλε τους δρόμους της με φώτα κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου.
As they danced, they were engarlanded in love and joy.
Καθώς χόρευαν, περιβάλλονταν από αγάπη και χαρά.
Η λέξη "engarland" προέρχεται από την λέξη "garland", η οποία πηγάζει από τη μεσαιωνική γαλλική λέξη "garlande", που σημαίνει "στόλισμα". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της στολισμένης ή περιβάλλουσας κάτι με φύλλα ή λουλούδια.
Συνώνυμα: - περιβάλλω - κοσμώ - αλυσόδεση
Αντώνυμα: - αφαιρώ την ομορφιά - ξεκοσμώ - απογυμνώνω