enthusiastic(al) theatre-goer - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

enthusiastic(al) theatre-goer (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "enthusiastic(al) theatre-goer" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/enˈθjuːziæstɪk ˈθiːətər ˈɡoʊər/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "enthusiastic theatre-goer" αναφέρεται σε ένα άτομο που έχει μεγάλο ενθουσιασμό για το θέατρο και συχνά παρακολουθεί παραστάσεις. Το "theatre-goer" υποδηλώνει κάποιον που πηγαίνει στο θέατρο (επισκέπτης θεάτρου), ενώ το "enthusiastic" περιγράφει την έντονη προτίμηση και την αγάπη του ατόμου για την τέχνη του θεάτρου. Η χρήση της φράσης εμφανίζεται πιο συχνά στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. "She is an enthusiastic theatre-goer, attending every performance in town."
    "Είναι μια ενθουσιώδης θεατής, παρακολουθώντας κάθε παράσταση στην πόλη."

  2. "As an enthusiastic theatre-goer, he knows all the local actors and playwrights."
    "Ως ενθουσιώδης θεατής, γνωρίζει όλους τους τοπικούς ηθοποιούς και δραματουργούς."

  3. "Being an enthusiastic theatre-goer, she volunteers at the community theatre."
    "Είτε ως ενθουσιώδης θεατής, προσφέρει εθελοντική εργασία στο κοινοτικό θέατρο."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "theatre-goer" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις, σχετιζόμενες με την εμπειρία του θεάτρου:

  1. "A passionate theatre-goer is never late for a show."
    "Ένας παθιασμένος θεατής δεν αργεί ποτέ για μια παράσταση."

  2. "Every enthusiastic theatre-goer has their favorite performances."
    "Κάθε ενθουσιώδης θεατής έχει τις αγαπημένες του παραστάσεις."

  3. "An enthusiastic theatre-goer appreciates the art of storytelling."
    "Ένας ενθουσιώδης θεατής εκτιμά την τέχνη της αφήγησης."

  4. "Being an enthusiastic theatre-goer means supporting local productions."
    "Το να είσαι ενθουσιώδης θεατής σημαίνει να υποστηρίζεις τοπικές παραγωγές."

  5. "An enthusiastic theatre-goer often engages in discussions about the shows."
    "Ένας ενθουσιώδης θεατής συχνά συμμετέχει σε συζητήσεις για τις παραστάσεις."

Ετυμολογία

Η λέξη "enthusiastic" προέρχεται από το ελληνικό "enthousiasmos" που σημαίνει "εμψύχωση" ή "παράνοια", και από το "theatre" από το ελληνικό "theatron", που σημαίνει "θέαμα". Το "goer" είναι απλός σχηματισμός που προέρχεται από το ρήμα "go".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024