Η φράση "error checking" λειτουργεί ως σύνθετο ουσιαστικό.
/ˈɛrər ˈtʃɛkɪŋ/
Η φράση "error checking" αναφέρεται στη διαδικασία προσδιορισμού και διόρθωσης σφαλμάτων σε δεδομένα ή σε ένα πρόγραμμα. Χρησιμοποιείται κυρίως στην πληροφορική και την ανάπτυξη λογισμικού, όπου η αξία της αξιοπιστίας και της ακρίβειας των δεδομένων είναι πολύ σημαντική. Η χρήση της "error checking" είναι πιο συνηθισμένη στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε τεχνικά έγγραφα ή προγραμματιστικές οδηγίες.
Το λογισμικό περιλαμβάνει έλεγχο σφαλμάτων για να διασφαλίσει ότι τα δεδομένα είναι ακριβή.
Error checking is an essential process in programming.
Η φράση "error checking" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες σχετικές περιπτώσεις:
Είναι κρίσιμο να γίνει έλεγχος σφαλμάτων στα δεδομένα πριν από την υποβολή οποιωνδήποτε εκθέσεων.
Error checking mechanisms:
Οι μηχανισμοί ελέγχου σφαλμάτων στο λογισμικό αποτρέπουν σοβαρά προβλήματα.
Improve error checking capabilities:
Η λέξη "error" προέρχεται από τη λατινική λέξη "error", που σημαίνει "λάθος" ή "σφάλμα". Η λέξη "checking" προέρχεται από τη μέθοδο "check" που χρησιμοποιήθηκε για να σηματοδοτήσει την "παύση" ή τον "έλεγχο" κάτι. Μαζί, σχηματίζουν την έννοια του ελέγχου για την αναγνώριση σφαλμάτων.
Συνώνυμα: - Error detection - Fault checking
Αντώνυμα: - Error tolerance - Ignoring errors