Φράση (Noun phrase)
/ˈɛksɪt hoʊl/
Ο όρος "exit hole" αναφέρεται σε μια οπή ή τρύπα μέσω της οποίας κάτι βγαίνει ή εξέρχεται. Χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και βιολογικά πλαίσια, όπως π.χ. στη μηχανική, την οικολογία, και την ιατρική. Η χρήση του μπορεί να παρατηρηθεί σε γραπτές περιγραφές, αλλά και σε προφορικές συνομιλίες που σχετίζονται με αυτά τα θέματα.
The engineer pointed out the exit hole in the design of the machine.
Ο μηχανικός επισήμανε την τρύπα εξόδου στο σχέδιο της μηχανής.
In the animal's burrow, there was an exit hole leading to the surface.
Στην τρύπα του ζώου, υπήρχε μια τρύπα εξόδου που οδηγούσε στην επιφάνεια.
The exit hole must be sealed properly to prevent leaks.
Η τρύπα εξόδου πρέπει να σφραγιστεί σωστά για να αποτραπούν διαρροές.
Η φράση "exit hole" δεν είναι συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις ή φράσεις σε πιο τεχνικά και ειδικά συμφραζόμενα. Παρόλα αυτά, μπορούν να παρατεθούν μερικές σχετικές προτάσεις:
The exit hole serves as an escape route for the animals.
Η τρύπα εξόδου χρησιμεύει ως οδό διαφυγής για τα ζώα.
He found an exit hole that led out of the cave.
Βρήκε μια τρύπα εξόδου που οδηγούσε έξω από τη σπηλιά.
The technician checked the exit hole for any blockages.
Ο τεχνικός έλεγξε την τρύπα εξόδου για τυχόν μπλοκαρίσματα.
Η φράση "exit hole" προέρχεται από την αγγλική λέξη "exit" (έξοδος) και την λέξη "hole" (τρύπα). Ο όρος "exit" προέρχεται από τα Λατινικά "exitus", που σημαίνει "έξοδος, αναχώρηση", ενώ "hole" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "hol", που σημαίνει "κενό ή οπή".
Συνώνυμα: - opening (άνοιγμα) - orifice (οπή)
Αντώνυμα: - entrance (είσοδος) - inlet (έξοδος)
Αυτός ο συνδυασμός λέξεων έχει εφαρμογή σε πολλούς τομείς, οπότε η κατανόηση της χρήσης της φράσης "exit hole" είναι σημαντική σε κατηγορίες όπως η μηχανική, η οικολογία και η ιατρική.