Expansionism είναι ένα ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο: /ɪkˈspænʃənɪzəm/
Η λέξη expansionism αναφέρεται σε μια πολιτική ή ιδεολογία που επιδιώκει την επέκταση της εξουσίας, της εδαφικής κυριαρχίας ή της επιρροής μιας χώρας. Χρησιμοποιείται συχνά σε πολιτικά και ιστορικά πλαίσια, κυρίως όταν αναφέρεται σε αποικιοκρατικές ή επεκτατικές πολιτικές κρατών.
Στη γλώσσα των Αγγλικών, η λέξη χρησιμοποιείται πιο συχνά στον γραπτό λόγο, κυρίως σε ιστορικά, πολιτικά ή κοινωνικά κείμενα, αν και μπορεί να συναντηθεί και στον προφορικό λόγο.
Η εποχή του επεκτατισμού είδε πολλές χώρες να ανταγωνίζονται για αποικίες.
Critics argue that expansionism leads to conflicts and wars.
Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι ο επεκτατισμός οδηγεί σε συγκρούσεις και πολέμους.
Historical expansionism has shaped the borders of many nations today.
Η λέξη expansionism δεν είναι ιδιαίτερα συνήθης σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως:
Η προσέγγισή του στην εξωτερική πολιτική χαρακτηριζόταν από μια σαφή αίσθηση επεκτατισμού.
The rise of expansionism in the region has alarmed neighboring countries.
Η άνοδος του επεκτατισμού στην περιοχή έχει ανησυχήσει τις γειτονικές χώρες.
Many historians debate the implications of expansionism in the 19th century.
Η λέξη expansionism προέρχεται από τη λέξη expansion, που σήμαινε "επέκταση", και την κατάληξη -ism, που υποδεικνύει μια θεωρία ή πολιτική. Ενσωματώνει την ιδέα της διαδικασίας ή της πολιτικής της επέκτασης.
Συνώνυμα: - Επέκταση - Επεκτατική πολιτική - Επέκταση εξουσίας
Αντώνυμα: - Συγκράτηση - Περιορισμός - Στενότητα
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης expansionism, καλύπτοντας τους διάφορους τομείς που είναι σχετικοί με αυτή.