Expatriation είναι ένα ουσιαστικό (noun).
Η λέξη "expatriation" αναφέρεται στην πράξη της εγκατάλειψης του πατρίδας κάποιου, συχνά για μόνιμη ή μακροχρόνια διαμονή σε άλλη χώρα. Χρησιμοποιείται συχνά σε πλαίσια που σχετίζονται με τη μετανάστευση, τη διπλωματία ή τις επαγγελματικές ευκαιρίες που διεκδικούνται από άτομα που επιλέγουν να ζήσουν εκτός της πατρίδας τους. Συχνά χρησιμοποιείται σε γραπτό πλαίσιο, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο.
Many people consider expatriation to find better job opportunities in other countries.
Πολλοί άνθρωποι σκέφτονται την εξορία για να βρουν καλύτερες επαγγελματικές ευκαιρίες σε άλλες χώρες.
Expatriation can be a difficult process, but it often leads to personal growth.
Η εξορία μπορεί να είναι μια δύσκολη διαδικασία, αλλά συχνά οδηγεί σε προσωπική ανάπτυξη.
She embraced expatriation as a way to experience new cultures and lifestyles.
Αυτή αγκάλιασε την εξορία ως έναν τρόπο να βιώσει νέες κουλτούρες και τρόπους ζωής.
Η λέξη "expatriation" μπορεί να βρεθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, που σχετίζονται με την μετανάστευση και τη ζωή στο εξωτερικό:
"The expatriation process can be overwhelming, but it opens many doors."
Η διαδικασία της εξορίας μπορεί να είναι συντριπτική, αλλά ανοίγει πολλές πόρτες.
"Expatriation is often seen as a new beginning for many professionals."
Η εξορία συχνά θεωρείται ως μια νέα αρχή για πολλούς επαγγελματίες.
"After my expatriation, I realized how much I appreciate my home country."
Μετά την εξορία μου, συνειδητοποίησα πόσο εκτιμώ τη πατρίδα μου.
"Cultural adaptability is crucial for successful expatriation."
Η πολιτισμική προσαρμοστικότητα είναι κρίσιμη για τη επιτυχή εξορία.
"Many expatriates form strong communities to support each other."
Πολλοί μετανάστες σχηματίζουν ισχυρές κοινότητες για να υποστηρίξουν ο ένας τον άλλο.
"Expatriation can be a way to escape political unrest in one's home country."
Η εξορία μπορεί να είναι ένας τρόπος να ξεφύγει κανείς από την πολιτική αναταραχή στη πατρίδα του.
Η λέξη "expatriation" προέρχεται από τη λατινική λέξη "ex" που σημαίνει "έξω" και "patria" που σημαίνει "πατρίδα". Σημαίνει λοιπόν "έξω από την πατρίδα".
Συνώνυμα: - Exile (εξορία) - Emigration (μετανάστευση)
Αντώνυμα: - Repatriation (επαναπατρισμός) - Return (επιστροφή)