exploration license - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

exploration license (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μετα transcription

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η φράση "exploration license" αναφέρεται σε επίσημη άδεια που χορηγείται σε ένα άτομο ή σε μια εταιρεία ώστε να διεξάγει έρευνες και εξερευνήσεις σε μια συγκεκριμένη περιοχή για πόρους, όπως ορυκτά, πετρέλαιο ή φυσικό αέριο. Οι άδειες αυτές είναι συνήθως ρυθμιζόμενες από κυβερνητικούς φορείς και προϋποθέτουν ότι οι δραστηριότητες γίνονται σύμφωνα με περιβαλλοντικούς κανόνες και κανονισμούς.

Παραδείγματα

  1. The company applied for an exploration license to start drilling in the area.
  2. Η εταιρεία υπέβαλε αίτηση για άδεια εξερεύνησης για να ξεκινήσει γεώτρηση στην περιοχή.

  3. Obtaining an exploration license can be a lengthy process due to regulatory requirements.

  4. Η απόκτηση άδειας εξερεύνησης μπορεί να είναι μια χρονοβόρα διαδικασία λόγω κανονιστικών απαιτήσεων.

  5. The government issued several exploration licenses for natural gas extraction.

  6. Η κυβέρνηση εξέδωσε πολλές άδειες εξερεύνησης για την εξαγωγή φυσικού αερίου.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "exploration license" δεν αποτελεί συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων. Ωστόσο, μπορεί να συνδεθεί με κάποιες σχετικές φράσεις στον τομέα της βιομηχανίας και της γεωλογίας:

  1. "Holding an exploration license gives us the right to access the land."
  2. Η κατοχή άδειας εξερεύνησης μας δίνει το δικαίωμα πρόσβασης στη γη.

  3. "Without an exploration license, any drilling would be illegal."

  4. Χωρίς άδεια εξερεύνησης, οποιαδήποτε γεώτρηση θα ήταν παράνομη.

  5. "The costs associated with obtaining an exploration license can be substantial."

  6. Οι δαπάνες που συνδέονται με την απόκτηση άδειας εξερεύνησης μπορεί να είναι σημαντικές.

  7. "Exploration licenses are necessary for companies looking to tap into new resource markets."

  8. Οι άδειες εξερεύνησης είναι απαραίτητες για τις εταιρείες που επιθυμούν να αξιοποιήσουν νέες αγορές πόρων.

Ετυμολογία

Η λέξη "exploration" προέρχεται από το λατινικό "exploratio," που σημαίνει "εξερεύνηση." Ο όρος "license" προέρχεται από το λατινικό "licentia," που σημαίνει "άδεια" ή "ελευθερία."

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024