Επίθετο + ουσιαστικό (exsiccated - alum)
/ɛkˈsɪk.eɪ.tɪd ˈæl.əm/
Exsiccated alum αναφέρεται σε αλουμινόπυρο που έχει αφυδατωθεί ή στεγνώσει. Οι αλουμίνοι είναι άλατα που περιέχουν αλουμίνιο και χρησιμοποιούνται σε ποικιλία εφαρμογών όπως το φαρμακευτικό, το βιομηχανικό και το τρόφιμο. Η τυπική χρήση του exsiccated alum περιλαμβάνει τη συντήρηση τροφίμων και σε ορισμένες περιπτώσεις ως καθαριστικό ή παχύρρευστο.
Ο όρος αυτός δε χρησιμοποιείται τόσο συχνά στην καθημερινή γλώσσα, αλλά μπορεί να βρεθεί σε επιστημονικά ή βιομηχανικά κείμενα. Χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Ο αφυδατωμένος αλουμίνης χρησιμοποιείται για τη συντήρηση φρούτων.
In laboratories, exsiccated alum is commonly used as a coagulant.
Στα εργαστήρια, ο αφυδατωμένος αλουμίνης χρησιμοποιείται συνήθως ως συνγκλίνον.
Exsiccated alum can be found in various mineral products.
Ο όρος exsiccated alum δεν χρησιμοποιείται άμεσα σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα. Ωστόσο, η λέξη "alum" μπορεί να εμπλέκεται σε ίδιες αναφορές ή τροποποιήσεις.
"Να συμπεριφέρεσαι σαν αλουμίνα σε μία λύση." (αναφέρεται στην ικανότητα του alum να διαλύεται και να προκαλεί αντίκτυπο).
"He was as useful as alum in a wet environment."
"Ήταν όσο χρήσιμος όσο η αλουμίνης σε υγρό περιβάλλον." (εδώ εξαίρεται η χρήση σε άλλες καταστάσεις).
"An alum can clarify any confusion."
Η λέξη "alum" προέρχεται από τη λατινική λέξη "alumen", που σημαίνει "πικρός". Η πρόθεση "ex-" ενώνει την έννοια της αφυδάτωσης ή έλλειψης υγρασίας, προορισμός για τα άλατα.
Συνώνυμα: - Aged alum (γι αλληγορική έννοια)
Αντώνυμα: - Hydrated alum (υδρατωμένος αλουμινόπυρος)
Αυτές οι πληροφορίες σας παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με τον όρο "exsiccated alum," καθώς και τη χρήση του στην αγγλική γλώσσα.