Η φράση "extended order" μπορεί να θεωρηθεί ως ουσιαστικό.
/ɪkˈstɛndɪd ˈɔrdər/
Η φράση "extended order" συχνά χρησιμοποιείται σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με κανονισμούς, διοικητικά συστήματα ή παραγγελίες προϊόντων. Σημαίνει ότι μία παραγγελία ή ρύθμιση έχει επεκταθεί ή περιλαμβάνει περισσότερους όρους ή στοιχεία από ότι κανονικά.
Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραφτό κείμενο, ιδίως σε τεχνικές ή διοικητικές πράξεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο σε κατάλληλα πλαίσια.
Ο προμηθευτής επιβεβαίωσε την εκτεταμένη παραγγελία για τα νέα προϊόντα.
We need to review the extended order before finalizing the shipment.
Πρέπει να εξετάσουμε την εκτεταμένη παραγγελία πριν την ολοκλήρωση της αποστολής.
The extended order allowed us to increase our inventory without delays.
Η φράση "extended order" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με διάφορες άλλες φράσεις στην επαγγελματική ή διοικητική γλώσσα. Ακολουθούν κάποιες παραδείγματα με χρήση σχετικής έκφρασης:
Η πολιτική εκτεταμένης παραγγελίας θα βοηθήσει στην οργάνωση της διαδικασίας προμηθειών μας.
Due to the extended order, we had to adjust our delivery schedule.
Λόγω της εκτεταμένης παραγγελίας, αναγκαστήκαμε να προσαρμόσουμε το χρονοδιάγραμμα παράδοσης.
An extended order form is available for larger projects.
Η λέξη "extended" προέρχεται από το λατινικό "extendere", που σημαίνει "να απλωθεί", ενώ η λέξη "order" προέρχεται από το λατινικό "ordo", που σημαίνει "διάταξη" ή "ταξινόμηση".
Συνώνυμα: - Expanded order - Supplementary order
Αντώνυμα: - Limited order - Basic order