Επίθετο / Ουσιαστικό
/ɪkˈstɛnsɪvnəs/
Η λέξη "extensiveness" αναφέρεται στην ποιότητα του να είναι εκτενής ή ευρύς σε κλίμακα, μέγεθος ή ποικιλία. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που περιλαμβάνει ή περιέχει μεγάλο εύρος ή περισσότερους τομείς.
Η χρήση της λέξης είναι περισσότερο διαδεδομένη στο γραπτό λόγο και μπορεί να συναντηθεί σε ακαδημαϊκά, επιστημονικά ή επίσημα κείμενα.
Η εκτενής φύση της έρευνας είναι εντυπωσιακή.
We need to assess the extensiveness of the problem before proceeding.
Χρειαζόμαστε να εκτιμήσουμε την εκτενή φύση του προβλήματος πριν προχωρήσουμε.
The extensiveness of the data collected helps in making accurate conclusions.
Η λέξη "extensiveness" δεν χρησιμοποιείται ενεργά σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες περιπτώσεις για να τονίσει ή να περιγράψει την ευρύτητα ή την κλίμακα.
Η εκτενής φύση των προσφορών τους τους καθιστά ξεχωριστούς στην αγορά.
The extensiveness of the review process ensures quality.
Η εκτενής φύση της διαδικασίας αξιολόγησης διασφαλίζει την ποιότητα.
The extensiveness of her knowledge is remarkable.
Η λέξη προέρχεται από το επίθετο "extensive", το οποίο προέρχεται από τη λατινική λέξη "extensivus", που σημαίνει "να εκτείνεται".
Συνώνυμα: - Grandeur - Breadth - Scope
Αντώνυμα: - Limitation - Narrowness - Constriction
Αυτή η ανάλυση της λέξης "extensiveness" αναδεικνύει τη χρησιμότητά της σε διάφορα πλαίσια και συνάφειες στην αγγλική γλώσσα.