Ο συνδυασμός "extracellular lead" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/ˌɛkstrəˈsɛljʊlər liːd/
Ο όρος "extracellular lead" συνήθως χρησιμοποιείται σε βιολογικά και ιατρικά συμφραζόμενα, αναφερόμενος σε μολύβι που βρίσκεται εκτός των κυττάρων σε βιολογικά συστήματα. Αυτή η έννοια μπορεί να είναι σημαντική σε ερευνητικά πεδία όπως η τοξικολογία, η βιολογία και η ιατρική έρευνα. Η χρήση αυτού του όρου είναι περιορισμένη σε τεχνικές και επιστημονικές εξετάσεις, επομένως οι περισσότερες αναφορές θα βρίσκονται στο γραπτό πλαίσιο.
Η ανάλυση αποκάλυψε υψηλή συγκέντρωση εξωκυττάριου μολυβδαινίου στα δείγματα ιστού.
Researchers are concerned about the effects of extracellular lead on cellular function.
Ο όρος "extracellular lead" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή αγγλική γλώσσα λόγω της εξειδικευμένης φύσης του. Ωστόσο, μπορεί να παρατηρηθούν κάποιες σχετικές φράσεις σε επιστημονικά κείμενα:
"Η παρουσία εξωκυττάριου μολυβδαινίου θέτει κίνδυνο για τη συνολική υγεία."
"Proper disposal of waste can help prevent extracellular lead contamination."
"Η σωστή απόρριψη αποβλήτων μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της μόλυνσης από εξωκυττάριο μολύβι."
"The study emphasized the correlation between pollution and extracellular lead levels."
Η λέξη "extracellular" προέρχεται από το πρόθεμα "extra-" (που σημαίνει εκτός) και το "cellular" (που σχετίζεται με τα κύτταρα). Ο όρος "lead" αναφέρεται στο στοιχείο μολύβι και έχει ρίζες από το αγγλοσαξωνικό "lead" που προέρχεται από λατινικά και ελληνικά.