Φράση (noun phrase)
/ˈfæloʊ maɪnd/
Η φράση "fallow mind" αναφέρεται σε ένα μυαλό που είναι ανενεργό ή αδρανές, κυρίως στην κυριολεξία του ως χώρος σκέψης που δεν αξιοποιείται ή δεν χρησιμοποιείται. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μια κατάσταση απουσίας δημιουργικότητας ή φαντασίας.
Συχνότητα χρήσης: Η φράση δεν είναι ευρέως διαδεδομένη, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φιλοσοφικά ή λογοτεχνικά πλαίσια. Στον προφορικό λόγο είναι λιγότερο συχνή σε σύγκριση με τον γραπτό λόγο.
"After weeks of studying, I find myself with a fallow mind."
«Μετά από εβδομάδες σπουδών, βρίσκω τον εαυτό μου με ένα ανενεργό μυαλό.»
"In times of stress, my creativity often feels like a fallow mind."
«Σε περιόδους άγχους, η δημιουργικότητά μου συχνά νιώθει σαν ένα παρθένο μυαλό.»
"He described his fallow mind as a barrier to his writing."
«Περιέγραψε το ανενεργό μυαλό του ως ένα εμπόδιο στη συγγραφή του.»
Αν και η φράση "fallow mind" δεν είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, μπορεί να παρατηρηθούν παρόμοιες έννοιες σε διαφορετικές φράσεις:
"A mind like a steel trap." (Ένα μυαλό σαν παγίδα από χάλυβα.)
«He was sharp and quick; a mind like a steel trap.»
«Ήταν οξύς και γρήγορος; Ένα μυαλό σαν παγίδα από χάλυβα.»
"To sharpen one's mind." (Να ακονίσει κανείς το μυαλό του.)
«Reading books is a great way to sharpen your mind.»
«Η ανάγνωση βιβλίων είναι ένας εξαιρετικός τρόπος να ακονίσεις το μυαλό σου.»
"An idle mind is the devil's workshop." (Ένα άεργο μυαλό είναι το εργαστήρι του διαβόλου.)
«They say that an idle mind is the devil's workshop.»
«Λένε ότι ένα άεργο μυαλό είναι το εργαστήρι του διαβόλου.»
Η λέξη "fallow" προέρχεται από τον παλαιό αγγλικό όρο "falu", που σημαίνει «παρθένος» ή «ακαλλιεργημένος», και "mind" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "gemynd," που σημαίνει «μνήμη» ή «σκέψη».
Συνώνυμα: - Idle mind (άεργο μυαλό) - Inactive mind (ανενεργό μυαλό)
Αντώνυμα: - Active mind (ενεργό μυαλό) - Creative mind (δημιουργικό μυαλό)