Η φράση "false hypothesis" αποτελείται από δύο λέξεις: - "false": επίθετο - "hypothesis": ουσιαστικό
/ˈfɔːls haɪˈpɒθəsɪs/
Η φράση "false hypothesis" αναφέρεται σε μια υπόθεση που είναι εσφαλμένη ή που δεν υποστηρίζεται από τα δεδομένα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και ερευνητικά πλαίσια για να περιγράψει θεωρίες ή προτάσεις που δεν είναι αληθείς.
Η φράση "false hypothesis" χρησιμοποιείται συχνά στη γραπτή γλώσσα, ιδιαίτερα σε ερευνητικά κείμενα, άρθρα και επιστημονικές μελέτες. Ωστόσο, μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό λόγο, ιδίως σε συζητήσεις που αφορούν τη θεωρία και την επιστήμη.
Ο επιστήμονας παρουσίασε μια ψευδή υπόθεση ότι η ασθένεια προκαλείται από έναν ιό.
After the review, they concluded that the false hypothesis led to incorrect results.
Η φράση "false hypothesis" δεν είναι συνήθως μέλος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες επιστημονικές εκφράσεις που τονίζουν την ανάγκη για έλεγχο και επαλήθευση. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
Η δοκιμή μιας ψευδούς υπόθεσης μπορεί να είναι μια χρονοβόρα διαδικασία.
A false hypothesis can skew the results of an experiment significantly.
Μια ψευδής υπόθεση μπορεί να παραμορφώσει σημαντικά τα αποτελέσματα ενός πειράματος.
Researchers often need to debunk false hypotheses before they can establish new theories.
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της φράσης "false hypothesis", καλύπτοντας τη σημασία, χρήση και ετυμολογία της.