faradmeter - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

faradmeter (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Όρος: Faradmeter
Μέρος του λόγου: Ουσιαστικό

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ˈfɛərəˌmɛtər/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Το faradmeter είναι μια συσκευή που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της χωρητικότητας, εκφραζόμενης σε φarad. Αυτή η μέτρηση είναι σημαντική στην ηλεκτρολογία και την ηλεκτρονική, καθώς καθορίζει πόση ηλεκτρική ενέργεια μπορεί να αποθηκευτεί σε έναν πυκνωτή.

Ο όρος faradmeter χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και επιστημονικά περιβάλλοντα, γεγονός που σημαίνει ότι η συχνότητα χρήσης του είναι περισσότερο εμφανής σε γραπτά κείμενα, όπως επιστημονικές εργασίες ή εγχειρίδια, παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The engineer used a faradmeter to test the capacitor's performance.
  2. Ο μηχανικός χρησιμοποίησε ένα φαραδομέτρη για να ελέγξει την απόδοση του πυκνωτή.

  3. When calibrating the circuit, it's essential to have a reliable faradmeter.

  4. Όταν ρυθμίζουμε το κύκλωμα, είναι απαραίτητο να έχουμε έναν αξιόπιστο φαραδομέτρη.

  5. The faradmeter indicated a higher than expected capacitance value.

  6. Ο φαραδομέτρης έδειξε μια χωρητικότητα μεγαλύτερη από την αναμενόμενη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος faradmeter δεν έχει ευρέως αναγνωρίσιμες ιδιωματικές εκφράσεις ή εκφράσεις της καθημερινής ομιλίας στα Αγγλικά, λόγω της τεχνικής φύσης του. Ωστόσο, η αναφορά σε αυτόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ειδικά πλαίσια.

Ετυμολογία

Ο όρος "faradmeter" προέρχεται από τη λέξη farad, που είναι η μονάδα μέτρησης της ηλεκτρικής χωρητικότητας, που ονομάστηκε προς τιμήν του Άγγλου φυσικού Michael Faraday. Το "meter" σημαίνει μέτρηση. Η σύνθεση των δύο αυτών όρων καταδεικνύει τη λειτουργία της συσκευής.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Capacitor meter - Capacitance meter

Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα, αλλά είναι δυνατόν να αναφέρουμε όρους που σχετίζονται με διαφορετικές παραμέτρους ηλεκτρικής μέτρησης, όπως "ammeter" (αμετρητής για ρεύμα) ή "voltmeter" (βολτομέτρης για τάση).



25-07-2024