Η φράση "fast increasing" λειτουργεί ως επίθετο.
/fæst ɪnˈkriːsɪŋ/
Η φράση "fast increasing" αναφέρεται σε κάτι που αυξάνεται με γρήγορο ρυθμό. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει γεγονότα, αριθμούς ή καταστάσεις που παρουσιάζουν ταχεία ανάπτυξη ή αύξηση. Αυτή η φράση συναντάται συχνά σε επαγγελματικά ή επιστημονικά κείμενα, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε προφορική γλώσσα.
The population of the city is fast increasing.
(Ο πληθυσμός της πόλης αυξάνεται γρήγορα.)
The demand for electric cars is fast increasing due to environmental concerns.
(Η ζήτηση για ηλεκτρικά αυτοκίνητα αυξάνεται γρήγορα λόγω περιβαλλοντικών ανησυχιών.)
Fast increasing technology is changing how we live.
(Η γρήγορη αύξηση της τεχνολογίας αλλάζει τον τρόπο ζωής μας.)
Η φράση "fast increasing" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στις οποίες τονίζεται η ταχεία και επιταχυνόμενη κατάσταση.
In the stock market, profits are fast increasing even in uncertain times.
(Στην αγορά μετοχών, τα κέρδη αυξάνονται γρήγορα ακόμη και σε δύσκολες εποχές.)
With fast increasing awareness about climate change, more people are opting for sustainable products.
(Με την γρήγορη αύξηση της ευαισθητοποίησης σχετικά με την κλιματική αλλαγή, περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν βιώσιμα προϊόντα.)
The fast increasing trend of remote work is reshaping the corporate world.
(Η γρήγορα αυξανόμενη τάση της απομακρυσμένης εργασίας μετασχηματίζει τον εταιρικό κόσμο.)
Due to fast increasing globalization, cultures are blending more than ever.
(Λόγω της γρήγορης αύξησης της παγκοσμιοποίησης, οι πολιτισμοί αναμειγνύονται περισσότερο από ποτέ.)
The fast increasing popularity of online learning platforms is changing education.
(Η γρήγορη αύξηση της δημοτικότητας των διαδικτυακών εκπαιδευτικών πλατφορμών αλλάζει την εκπαίδευση.)
Η λέξη "fast" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "fæst", που σημαίνει "σταθερός" ή "γρήγορος". Ο όρος "increasing" προέρχεται από το μεσαία αγγλικά "increse", το οποίο είναι δάνειο από το λατινικό "increasere", που σημαίνει "να μεγαλώνει".
Συνώνυμα: - rapid increase - quick growth
Αντώνυμα: - slow increasing - gradual decrease