Feasible: Επίθετο
Story: Ουσιαστικό
Feasible: /ˈfiː.zə.bəl/
Story: /ˈstɔːr.i/
Feasible: εφικτός, πραγματοποιήσιμος
Story: ιστορία
Feasible: Το επίθετο "feasible" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι δυνατόν να γίνει ή να υλοποιηθεί. Χρησιμοποιείται συχνά σε επαγγελματικά και ακαδημαϊκά πλαίσια, κυρίως για να αναφερθεί σε σχέδια, προτάσεις ή ιδέες που είναι εφικτές και ρεαλιστικές.
Story: Το ουσιαστικό "story" αναφέρεται σε μια αφήγηση ή ένα παραμύθι, είτε είναι φανταστική είτε πραγματική. Χρησιμοποιείται σε πολλές διαφορετικές συγκυρίες, όπως στη λογοτεχνία, την παράδοση, και τα μέσα ενημέρωσης.
Το προτεινόμενο έργο είναι μια εφικτή ιστορία που θα μπορούσε να προσελκύσει επενδυτές.
She told a feasible story about how they managed to complete the task on time.
Είπε μια εφικτή ιστορία για το πώς κατάφεραν να ολοκληρώσουν την εργασία στην ώρα τους.
Creating a feasible story for the marketing campaign took a lot of brainstorming.
Η λέξη "feasible" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις για να καταδείξει ρεαλιστικές προτάσεις ή σχέδια. Παρακάτω είναι κάποιες χρήσιμες φράσεις:
Είναι εφικτό να σκεφτούμε δημιουργικά για νέες ιδέες.
Not every feasible idea will work in practice.
Όχι κάθε εφικτή ιδέα θα λειτουργήσει στην πράξη.
They outlined a feasible plan for disaster recovery.
Περιέγραψαν ένα εφικτό σχέδιο για την αποκατάσταση από καταστροφές.
Finding a feasible balance between work and life is important.
Η εύρεση μιας εφικτής ισορροπίας μεταξύ εργασίας και ζωής είναι σημαντική.
The team proposed a feasible solution to the problem.
Η λέξη "feasible" προέρχεται από το μεσαιωνικό γαλλικό "fesable," το οποίο σημαίνει "μπορεί να γίνει," το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το λατινικό "facere," που σημαίνει "να κάνω."
Συνώνυμα: Possible, workable, practicable
Αντώνυμα: Infeasible, impossible, impractical