Ferula είναι ουσιαστικό.
/ˈfɛr.jə.lə/
Η λέξη "ferula" προέρχεται από τα Λατινικά και αναφέρεται κυρίως σε δυο βασικούς τομείς: 1. Γεωργία: Μπορεί να αναφέρεται σε ένα φυτό που ανήκει στην οικογένεια των σέλβων (Apiaceae) ή σε προϊόντα που παρασκευάζονται από αυτά τα φυτά. 2. Ιατρική: Σημαίνει "ορθωτικός νάρθηκας" ή "υποστήριξη" που χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της θεραπείας οστικών κακώσεων.
Η χρήση της λέξης είναι πιο κοινή σε ιατρικά και γεωργικά κείμενα και λιγότερο συχνά στον προφορικό λόγο.
Ο γιατρός τοποθέτησε έναν φερούλη για να σταθεροποιήσει το σπασμένο οστό.
The ferula plant is known for its tall and sturdy stalks.
Το φυτό φερούλη είναι γνωστό για τους ψηλούς και στιβαρούς μίσχους του.
In some cultures, a ferula is used as a traditional remedy.
Η λέξη "ferula" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα:
"Είναι δυνατός όπως μια φερούλη στο χωράφι."
"Using a ferula, he is able to walk again after the injury."
"Χρησιμοποιώντας έναν φερούλη, μπορεί να περπατήσει ξανά μετά τον τραυματισμό."
"The ferula provided the necessary support during recovery."
"Η φερούλη παρείχε την απαραίτητη υποστήριξη κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης."
"Don’t underestimate the power of a simple ferula in treatment."
Η λέξη "ferula" προέρχεται από το Λατινικό "ferula", που σημαίνει "στήριγμα" ή "ραβδί".
Συνώνυμα: - νάρθηκας - στήριγμα - υποστήριξη
Αντώνυμα: - ελευθερία (στην περίπτωση της ιατρικής σημασίας) - αποδοχή (σε περίπτωση παραδοχής ενός κακού ή τραυματισμού)
Αυτές οι πληροφορίες συνθέτουν μια σαφή εικόνα της λέξης "ferula" και της χρήσης της στην αγγλική γλώσσα.