Ουσιαστικό
/fɪkˈtɪʃəs neɪm/
Ο όρος "fictitious name" αναφέρεται σε ένα όνομα που δεν σχετίζεται με την πραγματική ταυτότητα ενός ατόμου ή μιας οντότητας. Συχνά χρησιμοποιείται σε νομικά ή εμπορικά πλαίσια, όπως σε συμβάσεις ή διαφημιστικά υλικά, για να υποδηλώσει ότι το όνομα είναι ψευδές ή υποθετικό. Στη γλώσσα των αγγλικών, χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, κυρίως σε νομικά ή επιχειρηματικά έγγραφα.
She registered her business under a fictitious name.
Εγκατέστησε την επιχείρησή της με ένα φανταστικό όνομα.
The use of a fictitious name can protect one's identity online.
Η χρήση ενός εικονικού ονόματος μπορεί να προστατεύσει την ταυτότητα κάποιου στο διαδίκτυο.
It's illegal to use a fictitious name for fraudulent purposes.
Είναι παράνομο να χρησιμοποιείς ένα φανταστικό όνομα για απατηλούς σκοπούς.
Ο όρος "fictitious name" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σε νομικά και επιχειρηματικά συμφραζόμενα:
Using a fictitious name in a business might lead to legal issues.
Η χρήση ενός φανταστικού ονόματος σε μια επιχείρηση μπορεί να οδηγήσει σε νομικά προβλήματα.
He often operates under a fictitious name to avoid recognition.
Συχνά λειτουργεί με ένα εικονικό όνομα για να αποφύγει την αναγνώριση.
Registration of a fictitious name must be done according to state laws.
Η καταχώρηση ενός φανταστικού ονόματος πρέπει να γίνει σύμφωνα με τους κρατικούς νόμους.
Many authors use a fictitious name to publish their books.
Πολλοί συγγραφείς χρησιμοποιούν ένα φανταστικό όνομα για να δημοσιεύσουν τα βιβλία τους.
A fictitious name can help in creating a brand identity.
Ένα φανταστικό όνομα μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία μιας ταυτότητας μάρκας.
In the internet age, fictitious names are common for privacy.
Στη διαδικτυακή εποχή, τα φανταστικά ονόματα είναι συνηθισμένα για την προστασία της ιδιωτικότητας.
Ο όρος "fictitious" προέρχεται από το λατινικό "ficticius", που σημαίνει "δημιουργημένο" ή "φανταστικό", ενώ η λέξη "name" προέρχεται από το αρχαίο αγγλικό "nama", που έχει ρίζες σε γερμανικές γλώσσες και αναφέρεται σε "ταυτότητα" ή "τίτλο".
Συνώνυμα: - Pseudonym (ψευδώνυμο) - Alias (ψευδώνυμο) - Nom de plume (ψευδώνυμο για συγγραφείς)
Αντώνυμα: - Real name (πραγματικό όνομα) - True identity (πραγματική ταυτότητα)