"Fiducial limits" είναι ένα συνδυασμένο ουσιαστικό.
/ˈfɪdʒuːʃəl ˈlɪmɪts/
Τα "fiducial limits" αναφέρονται σε στατιστικές έννοιες που καθορίζουν τα όρια εντός των οποίων μπορεί να αναμένεται ότι θα πέσει μια παρατήρηση ή παράμετρος. Αυτά τα όρια συνήθως συνδέονται με την ανάλυση δεδομένων και χρησιμοποιούνται σε στατιστικά μοντέλα για να αξιολογήσουν την αβεβαιότητα.
Η φράση "fiducial limits" χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και στατιστικά κείμενα. Είναι πιο συχνά συνδεδεμένο με το γραπτό λόγο παρά με τον προφορικό.
Ο ερευνητής καθόρισε τα όρια αναφοράς για να αναλύσει τα δεδομένα ακριβώς.
Understanding fiducial limits is crucial for statistical accuracy.
Η φράση "fiducial limits" δεν είναι τόσο κοινή για ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες επιστημονικές περιγραφές:
"Πρέπει να υπολογίσουμε τα όρια αναφοράς πριν καταλήξουμε στο πείραμά μας."
"His analysis showed that the fiducial limits were wider than expected."
"Η ανάλυσή του έδειξε ότι τα πιστοποιημένα όρια ήταν πιο ευρεία από το αναμενόμενο."
"In many cases, the fiducial limits can help identify outliers in the data."
Ο όρος "fiducial" προέρχεται από τη λατινική λέξη "fiducia", που σημαίνει "πίστη" ή "εμπιστοσύνη". Συνδυάζεται με τον όρο "limits", που προέρχεται από τη λατινική λέξη "limitare", που σημαίνει "περιορίζω".
Συνώνυμα: - boundary limits (όρια) - reference limits (αναφορικά όρια)
Αντώνυμα: - no limits (χωρίς όρια) - unrestricted boundaries (απεριόριστα όρια)