fiducial limits - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

fiducial limits (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Fiducial limits" είναι ένα συνδυασμένο ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈfɪdʒuːʃəl ˈlɪmɪts/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Τα "fiducial limits" αναφέρονται σε στατιστικές έννοιες που καθορίζουν τα όρια εντός των οποίων μπορεί να αναμένεται ότι θα πέσει μια παρατήρηση ή παράμετρος. Αυτά τα όρια συνήθως συνδέονται με την ανάλυση δεδομένων και χρησιμοποιούνται σε στατιστικά μοντέλα για να αξιολογήσουν την αβεβαιότητα.

Συχνότητα χρήσης

Η φράση "fiducial limits" χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικά και στατιστικά κείμενα. Είναι πιο συχνά συνδεδεμένο με το γραπτό λόγο παρά με τον προφορικό.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. The researcher defined the fiducial limits to analyze the data accurately.
  2. Ο ερευνητής καθόρισε τα όρια αναφοράς για να αναλύσει τα δεδομένα ακριβώς.

  3. Understanding fiducial limits is crucial for statistical accuracy.

  4. Η κατανόηση των πιστοποιημένων ορίων είναι κρίσιμη για τη στατιστική ακρίβεια.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "fiducial limits" δεν είναι τόσο κοινή για ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες επιστημονικές περιγραφές:

  1. "We must calculate the fiducial limits before concluding our experiment."
  2. "Πρέπει να υπολογίσουμε τα όρια αναφοράς πριν καταλήξουμε στο πείραμά μας."

  3. "His analysis showed that the fiducial limits were wider than expected."

  4. "Η ανάλυσή του έδειξε ότι τα πιστοποιημένα όρια ήταν πιο ευρεία από το αναμενόμενο."

  5. "In many cases, the fiducial limits can help identify outliers in the data."

  6. "Σε πολλές περιπτώσεις, τα όρια αναφοράς μπορούν να βοηθήσουν στον προσδιορισμό των εξωκείμενων τιμών στα δεδομένα."

Ετυμολογία

Ο όρος "fiducial" προέρχεται από τη λατινική λέξη "fiducia", που σημαίνει "πίστη" ή "εμπιστοσύνη". Συνδυάζεται με τον όρο "limits", που προέρχεται από τη λατινική λέξη "limitare", που σημαίνει "περιορίζω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - boundary limits (όρια) - reference limits (αναφορικά όρια)

Αντώνυμα: - no limits (χωρίς όρια) - unrestricted boundaries (απεριόριστα όρια)



25-07-2024