Field camera (όρος που αναφέρεται συνήθως σε ουσιαστικό).
/fɪəld ˈkæmərə/
Η φράση field camera αναφέρεται σε μία συγκεκριμένη κατηγορία φωτογραφικών μηχανών που είναι σχεδιασμένες για χρήση σε εξωτερικούς χώρους, συχνά με δυνατότητες για επαγγελματική φωτογράφιση τοπίου, αρχιτεκτονικής, ή άλλων φυσικών σκηνών. Οι μηχανές αυτές είναι συνήθως ελαφρές και φορητές, και επιτρέπουν στις φωτογράφους να χρησιμοποιούν διάφορους φακούς για να επιτύχουν συγκεκριμένα καλλιτεχνικά αποτελέσματα.
Η χρήση της φράσης είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε άρθρα τεχνολογίας, οδηγούς φωτογραφίας ή ακαδημαϊκές μελέτες σχετικά με την τέχνη της φωτογραφίας.
Ο φωτογράφος τοποθέτησε την πεδίο κάμερα του στο βουνό για να αποθανατίσει το ηλιοβασίλεμα.
She preferred using her field camera for landscape photography.
Η φράση "field camera" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ειδικά πλαίσια. Ακολουθούν ορισμένες προτάσεις που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να ωφελήσουν έναν φωτογράφο:
Πήρα την πεδίο κάμερα μου στο ταξίδι πεζοπορίας μας για να αποθανατίσω τη φύση.
A good field camera can change the way you experience outdoor photography.
Μία καλή πεδίο κάμερα μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που βιώνεις τη φωτογραφία στη φύση.
With the right field camera, every adventure becomes a story to tell.
Η λέξη "field" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "feld", που σημαίνει "ανοιχτός χώρος, αγρός". Η λέξη "camera" προέρχεται από τη λατινική λέξη "camera", που σημαίνει "δωμάτιο", μεταφέροντας το νόημα του "χώρου" όπου δημιουργούνται εικόνες.
Συνώνυμα: - Outdoor camera - Portable camera
Αντώνυμα: - Studio camera - Indoor camera