field log: Ομάδα λέξεων που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/fiːld lɒg/
Η φράση "field log" αναφέρεται σε ένα ημερολόγιο ή μια αναφορά που καταγράφει δεδομένα, παρατηρήσεις ή δραστηριότητες που σχετίζονται με μια συγκεκριμένη εργασία ή μελέτη που διεξάγεται σε εξωτερικό χώρο. Χρησιμοποιείται ευρέως σε τομείς όπως η επιστήμη, η γεωλογία, η οικολογία, η γεωγραφία, και η αγροτική έρευνα. Υπόκειται επίσης στη συχνότητα χρήσης σύμφωνα με το πεδίο εφαρμογής, συχνά χρησιμοποιείται και στα γραπτά κείμενα και στις αναφορές.
Ο ερευνητής διατήρησε ένα λεπτομερές ημερολόγιο πεδίου κατά τη διάρκεια του πειράματος.
The field log helps in tracking the progress of the project.
Το ημερολόγιο πεδίου βοηθά στο να παρακολουθείται η πρόοδος του έργου.
Every observation recorded in the field log is crucial for the analysis.
Η φράση "field log" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να συνδεθεί με κάποιες εκφράσεις όταν συνδυάζεται με άλλες λέξεις.
Κράτησε ένα ημερολόγιο πεδίου για τις ανακαλύψεις σου.
The field log is essential for our research report.
Το ημερολόγιο πεδίου είναι απαραίτητο για την ερευνητική μας αναφορά.
She used the field log to summarize her daily tasks.
Χρησιμοποίησε το ημερολόγιο πεδίου για να συνοψίσει τις καθημερινές της εργασίες.
Reviewing the field log can provide insights into previous work.
Η λέξη "field" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "feld", που σημαίνει "ανοιχτό χώρο" ή "πεδίο". Η λέξη "log" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "logg", που σημαίνει "κορμός δέντρου" και σταδιακά αναφέρεται σε ένα ημερολόγιο ή αναφορά καταγραφής. Στην προκειμένη περίπτωση, η σύνθεση των δύο λέξεων προκύπτει από τη διαδικασία καταγραφής παρατηρήσεων σε κάποιο εξωτερικό "πεδίο".
Συνώνυμα: - ημερολόγιο παρατηρήσεων - καταγραφή πεδίου
Αντώνυμα: - ημερολόγιο γραφείου - αναφορά κλειστού χώρου