Το "filter bank" είναι συνδυασμός δύο λέξεων όπου "filter" είναι ρήμα και ουσιαστικό και "bank" είναι ουσιαστικό.
/fɪltər bæŋk/
Το "filter bank" αναφέρεται σε μια δομή ή σύστημα που περιλαμβάνει πολλαπλά φίλτρα, χρησιμοποιούμενα συνήθως σε εφαρμογές επεξεργασίας σήματος, για να αναλύουν ή να επεξεργάζονται διάφορα φάσματα συχνοτήτων. Στη γλώσσα των Αγγλιστών, χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικά και επιστημονικά κείμενα.
Το "filter bank" χρησιμοποιείται πιο συχνά σε τεχνικά πλαίσια ή γραπτές αναφορές, παρά στον προφορικό λόγο. Αυτή η τεχνική ορολογία είναι πιο κοινοποιημένη σε τομείς όπως η ηλεκτρονική, η επικοινωνία και η επεξεργασία σήματος.
The audio engineer adjusted the filter bank to improve sound quality.
Ο ηχολήπτης ρύθμισε την τράπεζα φίλτρων για να βελτιώσει την ποιότητα του ήχου.
A filter bank can separate different frequency components of a signal.
Μια τράπεζα φίλτρων μπορεί να χωρίσει τα διάφορα συχνικά στοιχεία ενός σήματος.
The research focused on the efficiency of the filter bank in digital signal processing.
Η έρευνα επικεντρώθηκε στην αποδοτικότητα της τράπεζας φίλτρων στην ψηφιακή επεξεργασία σήματος.
Το "filter bank" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να σχετιστεί με τις παρακάτω προτάσεις:
The results from the filter bank filtering improved the data analysis significantly.
Τα αποτελέσματα από την φιλτραρισμένη τράπεζα φίλτρων βελτίωσαν σημαντικά την ανάλυση των δεδομένων.
Researchers employ a filter bank to analyze complex signals effectively.
Οι ερευνητές χρησιμοποιούν μια τράπεζα φίλτρων για να αναλύσουν αποτελεσματικά τις σύνθετες σήματα.
Using a filter bank can enhance the performance of audio systems.
Η χρήση μιας τράπεζας φίλτρων μπορεί να βελτιώσει την απόδοση των ηχητικών συστημάτων.
Συνώνυμα: - Filtering system - Signal processor
Αντώνυμα: - Direct connection - Unfiltered signal