Η φράση "fine edge" λειτουργεί κυρίως ουσιαστικά στην αγγλική γλώσσα.
/ˈfaɪn ɛdʒ/
Η φράση "fine edge" αναφέρεται συνήθως σε μια πολύ λεπτή ή λεπτομερή άκρη, είτε κυριολεκτικά (όπως σε μαχαίρια ή εργαλεία) είτε μεταφορικά (όπως σε λεπτές διαφορές ή λεπτές ισορροπίες). Χρησιμοποιείται σε πολλές περιπτώσεις στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να έχει και προφορική χρήση ανάλογα με το πλαίσιο.
The fine edge of the knife allows for precise cuts.
(Η λεπτή άκρη του μαχαιριού επιτρέπει ακριβείς κοπές.)
She balanced on the fine edge of decision-making.
(Ισορρόπησε στην λεπτή άκρη της λήψης αποφάσεων.)
Η φράση "fine edge" μπορεί να εμφανιστεί σε ιδιωματικές εκφράσεις, συνήθως μεταφορικά:
Walking a fine edge between success and failure can be stressful.
(Το να ισορροπείς σε μια λεπτή άκρη ανάμεσα στην επιτυχία και την αποτυχία μπορεί να είναι αγχωτικό.)
He is often on the fine edge of being too daring in his business.
(Είναι συχνά στην λεπτή άκρη του να είναι υπερβολικά τολμηρός στις επιχειρήσεις του.)
Art often walks a fine edge between creativity and chaos.
(Η τέχνη συχνά ισορροπεί σε μια λεπτή άκρη ανάμεσα στη δημιουργικότητα και το χάος.)
Η λέξη "fine" προέρχεται από την παλαιά γαλλική "fin", που σημαίνει "λεπτός" ή "εξαιρετικός", και η λέξη "edge" προέρχεται από το παλαιό αγγλικό "ecg", που σημαίνει "άκρη".
Συνώνυμα: - Sharp edge (κοφτερή άκρη) - Delicate edge (ευαίσθητη άκρη)
Αντώνυμα: - Blunt edge (θολή άκρη) - Coarse edge (χοντρή άκρη)