Phrase: Finite commutativity
Part of Speech: Noun phrase
Phonetic transcription: /ˈfaɪnaɪt kəˌmjuːtəˈvɪti/
Σημασία: Η έννοια της "πεπερασμένης αλληλεπίδρασης" αναφέρεται σε μια κατάσταση ή σε ένα σύστημα που διατηρεί την ιδιότητα της αλληλεπίδρασης, δηλαδή ότι η σειρά εκτέλεσης δύο ή περισσότερων πράξεων δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα, υπό την προϋπόθεση ότι οι συμμετέχοντες είναι πεπερασμένοι ή ότι το σύστημα έχει περιορισμένα μεγέθη. Στα μαθηματικά και τη θεωρία ομάδων, η πεπερασμένη αντιστρεψιμότητα συνήθως εξετάζεται σε σχέση με τις επικοινωνιακές σχέσεις προϊόντων ομάδων.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Στην ακαδημαϊκή ή τεχνική γλώσσα, η φράση "finite commutativity" χρησιμοποιείται κυρίως στους τομείς των μαθηματικών, της φυσικής ή της υπολογιστικής επιστήμης για να περιγράψει ιδιότητες ομάδων ή άλλων μαθηματικών δομών.
Συχνότητα Χρήσης: Αυτή η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο, κυρίως σε επιστημονικά άρθρα και βιβλία, παρά στον προφορικό λόγο.
"The concept of finite commutativity is crucial in group theory."
"Η έννοια της πεπερασμένης αντιστρεψιμότητας είναι κρίσιμη στη θεωρία ομάδων."
"Researchers have proven the importance of finite commutativity in algebraic structures."
"Οι ερευνητές έχουν αποδείξει τη σημασία της πεπερασμένης αντιστρεψιμότητας σε αλγεβρικές δομές."
"Finite commutativity can help simplify complex calculations."
"Η πεπερασμένη αντιστρεψιμότητα μπορεί να βοηθήσει στην απλοποίηση πολύπλοκων υπολογισμών."
"In mathematics, understanding finite commutativity can lead to solutions."
"Στα μαθηματικά, η κατανόηση της πεπερασμένης αντιστρεψιμότητας μπορεί να οδηγήσει σε λύσεις."
"Finite commutativity serves as a foundation for many algebraic theories."
"Η πεπερασμένη αντιστρεψιμότητα λειτουργεί ως θεμέλιο για πολλές αλγεβρικές θεωρίες."
"The application of finite commutativity in logical frameworks cannot be overstated."
"Η εφαρμογή της πεπερασμένης αντιστρεψιμότητας σε λογικά πλαίσια δεν μπορεί να υποτιμηθεί."
Η λέξη "finite" προέρχεται από το λατινικό "finitus", που σημαίνει "περιορισμένος", ενώ η λέξη "commutativity" προέρχεται από το λατινικό "commutare", που σημαίνει "να εναλλάσσω" ή "να ανταλλάσσω". Αυτές οι λέξεις αναδεικνύουν την έννοια μιας περιορισμένης ή περιοριζόμενης εναλλαγής.
Συνώνυμα: Limited Commutativity, Bounded Commutativity
Αντώνυμα: Infinite Commutativity, Unlimited Commutativity
Αυτή η ανάλυση της φράσης "finite commutativity" καλύπτει τις βασικές πτυχές της σχετικά με τη γραμματική της χρήση, τις μεταφραστικές επιλογές, τις παραδειγματικές προτάσεις, τις ιδιωματικές εκφράσεις, την ετυμολογία, καθώς και τα συνώνυμα και τα αντώνυμα.