"Firing potential" είναι ένα ουσιαστικό και συνήθως αναφέρεται στη δυναμική ή ικανότητα ενός ατόμου ή ενός αντικειμένου να αναπτύξει ή να ενεργοποιήσει κάτι (συχνά σε τεχνικό ή επιστημονικό πλαίσιο).
/ˈfaɪərɪŋ pəˈtɛnʃəl/
Η φράση "firing potential" αναφέρεται συνήθως στην ικανότητα εκτόξευσης ή ενεργοποίησης, συχνά σε πλαίσια όπως η βιολογία, η φυσική και η μηχανολογία. Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή στον γραπτό λόγο, ιδίως σε επιστημονικές και τεχνικές δημοσιεύσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο καθώς οι επαγγελματίες συζητούν θέματα σχετικά με την απόδοση ή την ικανότητα συστημάτων.
Ο επιστήμονας μέτρησε τη δυναμική εκτόξευσης των νευρώνων για να προσδιορίσει την ανταπόκρισή τους.
In this new technology, the firing potential of the device has been greatly increased.
Σε αυτή τη νέα τεχνολογία, η ικανότητα πυροδότησης της συσκευής έχει αυξηθεί σημαντικά.
Understanding the firing potential of these cells will help develop effective treatments.
Η φράση "firing potential" δεν είναι τόσο συχνά χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές φράσεις, αλλά συνδέεται με έννοιες σχετικές με την απόδοση ή τη δυνατότητα. Παρακάτω παρατίθενται ορισμένες σχετικές ιδιωματικές εκφράσεις και παραδείγματα:
Ο προπονητής βοήθησε την ομάδα να απελευθερώσει τη δυναμική εκτόξευσής της κατά τη διάρκεια του πρωταθλήματος.
A firing potential waiting to be tapped:
Το ταλέντο της είναι μια δυναμική εκτόξευσης που περιμένει να αξιοποιηθεί, και πρέπει να προσφέρουμε τις κατάλληλες ευκαιρίες.
Maximize your firing potential:
Η λέξη "firing" προέρχεται από το ρήμα "fire", το οποίο σημαίνει "να πυροδοτείς ή να απαλλάσσεις". Η λέξη "potential" προέρχεται από το λατινικό "potentia", που σημαίνει "δύναμη ή ικανότητα".
Συνώνυμα: - Launching potential - Activation capability - Propulsion power
Αντώνυμα: - Inhibition potential - Impotence - Inactivity potential