Ο όρος "fish corral" είναι ουσιαστικό σύνθετο.
/fɪʃ kəˈræl/
Ο όρος "fish corral" αναφέρεται σε μια κατασκευή ή δομή που χρησιμοποιείται για την παγίδευση ή τον περιορισμό ψαριών. Συνήθως είναι φτιαγμένος από φυσικά υλικά και τοποθετείται σε περιοχές κοντά σε ακτές ή μέσα σε ποτάμια για να διευκολύνει την αλίευση.
Ο ψαράς κατασκεύασε μια ψαροπαγίδα για να πιάσει περισσότερους θαλασσινούς καρπούς.
"In ancient times, communities relied on fish corrals to feed their families."
Στις αρχαίες εποχές, οι κοινότητες βασίζονταν σε ψαρόκοφτα για να θρέψουν τις οικογένειές τους.
"The fish corral was filled with small fish that swam in circles."
Ο όρος "fish corral" δεν έχει ευρέως διαδεδομένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν σχετικές φράσεις που σχετίζονται με την αλίευση ή την κλειστοφοβία στον χώρο των ψαριών.
"Να αφήσεις την ψαροπαγίδα να γεμίσει." (Αυτό σημαίνει ότι περιμένεις υπομονετικά για να συγκεντρωθούν οι πόροι ή οι ευκαιρίες.)
"Don't get caught in the fish corral of negative thoughts."
Ο όρος προέρχεται από τη λέξη "fish" (ψάρι) και την λέξη "corral" (παγίδα ή περιφραγμένος χώρος), που προέρχεται από το ισπανικό "corral", που σημαίνει περίβολος ή φράκτης.
Αυτή η πληροφορία παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα για τον όρο "fish corral" στον αγγλικό λόγο.