Ο συνδυασμός λέξεων "fissionable isotope" είναι ουσιαστικό.
/fɪʃəneɪbəl ˈaɪsətoʊp/
Ο όρος "fissionable isotope" αναφέρεται σε έναν τύπο ισότοπου που μπορεί να υποστεί σχάση, δηλαδή τη διαδικασία κατά την οποία ο πυρήνας ενός ατόμου διασπάται σε δύο ή περισσότερους μικρότερους πυρήνες, απελευθερώνοντας ενέργεια. Οι ισότοποι αυτοί είναι συνήθως ραδιενεργοί και χρησιμοποιούνται σε πυρηνικούς αντιδραστήρες και όπλα.
Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε επιστημονικές και τεχνικές συζητήσεις σχετικά με την πυρηνική φυσική και την ενέργεια. Η χρήση του είναι περισσότερο κοινή σε γραπτά κείμενα, και λιγότερο σε προφορικές συνομιλίες.
Οι επιστήμονες ερευνούν τα σχάσιμα ισότοποι για να βελτιώσουν την αποδοτικότητα της πυρηνικής ενέργειας.
Understanding the properties of fissionable isotopes is crucial for nuclear safety.
Η κατανόηση των χαρακτηριστικών των σχάσιμων ισοτόπων είναι κρίσιμη για την πυρηνική ασφάλεια.
The discovery of new fissionable isotopes could revolutionize power generation.
Ο όρος "fissionable isotope", αν και δεν είναι συνηθισμένος σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, μπορεί να συνδυαστεί με σχετικές έννοιες στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας:
"Τα πρωτόκολλα ασφαλείας για την εκμετάλλευση των σχασίμων ισοτόπων είναι εξαιρετικά αυστηρά."
"Many countries rely on fissionable isotopes for their nuclear reactors."
"Πολλές χώρες βασίζονται σε σχάσιμα ισότοπα για τους πυρηνικούς τους αντιδραστήρες."
"Research into fissionable isotopes continues to advance technology."
"Η έρευνα στα σχάσιμα ισότοπα συνεχίζει να προχωρά την τεχνολογία."
"International treaties regulate the use of fissionable isotopes in weapons."
Ο όρος προέρχεται από την αγγλική λέξη "fission," η οποία προκύπτει από το λατινικό "fissionem" (διαίρεση) και "isotope," που αποτελείται από το ελληνικό "isos" (ίσος) και "topos" (τόπος), αναφερόμενος σε άτομα με τον ίδιο αριθμό πρωτονίων αλλά διαφορετικούς αριθμούς νετρονίων.