Σύνθετο ουσιαστικό (flat decision)
/flæt dɪˈsɪʒən/
Ο όρος "flat decision" αναφέρεται σε μια απόφαση που είναι ξεκάθαρη, χωρίς αμφιβολίες, είτε σε κάποιον τομέα είτε σε διαδικαστικά ζητήματα. Χρησιμοποιείται συχνά σε επιχειρηματικά ή διοικητικά πλαίσια για να δηλώσει ότι οι συμμετέχοντες είναι συμβατοί στην απόφαση και δεν υπάρχουν αποκλίσεις ή αντιρρήσεις.
Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό και προφορικό λόγο, ιδίως σε επαγγελματικά περιβάλλοντα όπως συναντήσεις, παρουσιάσεις ή αναφορές.
Συχνότητα Χρήσης: Συχνά σε επίσημα και διοικητικά πλαίσια, λιγότερο σε καθημερινές συνομιλίες.
Η ομάδα έφτασε σε μια σαφή απόφαση σχετικά με την προθεσμία του έργου.
After much discussion, they finally made a flat decision to proceed with the merger.
Μετά από πολλές συζητήσεις, τελικά πήραν μια σαφή απόφαση να προχωρήσουν με τη συγχώνευση.
A flat decision was needed to avoid any further confusion.
Η φράση "flat decision" δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε αλληλεπιδράσεις που αφορούν λήψη αποφάσεων ή σύγκλιση απόψεων.
Όταν πρόκειται για τον προϋπολογισμό, πάντα παίρνουν μια σαφή απόφαση να κόψουν τις περιττές δαπάνες.
The committee reached a flat decision without any objections from the members.
Η επιτροπή έφτασε σε μια σαφή απόφαση χωρίς καμία αντίρρηση από τα μέλη.
It’s important to have a flat decision before moving forward with the plans.
Η λέξη "flat" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "flaett," που σημαίνει "ομαλός ή επίπεδος." Η λέξη "decision" προέρχεται από το λατινικό "decisio," που σημαίνει "κρίση ή απόφαση."
Συνώνυμα: - Κατηγορηματική απόφαση - Σαφής απόφαση
Αντώνυμα: - Ανέξοδη απόφαση - Ασαφής απόφαση
Αυτή η ανάλυση παρέχει μια συνολική εικόνα του "flat decision," περιλαμβάνοντας σημασία, χρήση, παραδείγματα και ετυμολογία.