Η φράση "flat surface" λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/f læt ˈsɜr.fɪs/
Η φράση "flat surface" αναφέρεται σε μια επιφάνεια που είναι ομαλή και χωρίς ανωμαλίες, χωρίς ύψος ή βάθος. Χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Αγγλικών σε διάφορα πλαίσια, από συνθήκες φυσικής και μαθηματικών μέχρι καθημερινές καταστάσεις. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή, πιο συχνά γραπτά σε τεχνικά κείμενα ή περιγραφές προϊόντων, αλλά και στον προφορικό λόγο σε καθημερινές συζητήσεις.
The artist painted on a flat surface to ensure even application of colors.
Ο καλλιτέχνης ζωγράφισε σε μια επίπεδη επιφάνεια για να διασφαλίσει ομοιόμορφη εφαρμογή των χρωμάτων.
In geometry, a flat surface is known as a plane.
Στη γεωμετρία, μια επίπεδη επιφάνεια είναι γνωστή ως επίπεδη επιφάνεια.
He placed the book on a flat surface to avoid it getting damaged.
Έβαλε το βιβλίο σε μια επίπεδη επιφάνεια για να αποφύγει να καταστραφεί.
Η φράση "flat surface" δεν είναι εδραιωμένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες συνδηλώσεις που αφορούν την ιδέα της ομαλότητας ή της σταθερότητας:
If you want a good result, you need to start with a flat surface.
Αν θες ένα καλό αποτέλεσμα, πρέπει να ξεκινήσεις με μια επίπεδη επιφάνεια.
The foundation must be built on a flat surface to support the structure.
Τα θεμέλια πρέπει να χτιστούν σε μια επίπεδη επιφάνεια για να υποστηρίξουν τη δομή.
Working on a flat surface helps to avoid mistakes in measurements.
Η εργασία σε μια επίπεδη επιφάνεια βοηθά στην αποφυγή λαθών μετρήσεων.
A flat surface is essential for accurate engraving.
Μία επίπεδη επιφάνεια είναι απαραίτητη για ακριβή χάραξη.
You should always check if the table has a flat surface before using the equipment.
Πρέπει πάντα να ελέγχεις αν το τραπέζι έχει μια επίπεδη επιφάνεια πριν χρησιμοποιήσεις τον εξοπλισμό.
Συνώνυμα: - Level surface (ισοβαρής επιφάνεια) - Smooth surface (ομαλή επιφάνεια)
Αντώνυμα: - Uneven surface (ανώμαλη επιφάνεια) - Rough surface (τραχιά επιφάνεια)